Όταν οι αναμνήσεις χάνονται στο χρόνο , ένας κόσμος έρχεται στο τέλος του! Στην δεύτερη επίσκεψη του στην Αθήνα από το 1996, όταν είχε έρθει για διακοπές στα ελληνικά νησιά ο συγγραφέας του "Worlds End", Paul Sellar, βρέθηκε το βράδυ της Παρασκευής στην πρεμιέρα της παράστασης που ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, στην σκηνή του θεάτρου @Ρουφ. Ο συγγραφέας των "Bedsit" και " Dark is the Night" γράφει με ειλικρίνεια και ευαισθησία τον επικήδειο μιας σχέσεις οξειδωμένης στο πέρασμα του χρόνου μέσα σε πόλεις που στροβιλίζονται στην δίνη του στιλ, του καταναλωτισμού και της επίφασης...
Πως προέκυψε το Worlds End?
Εν μέρη μέσα από προσωπικές εμπειρίες. Όχι όμως ολοκληρωτικά. Είναι περισσότερο ένα έργο μυθοπλασίας, που παραμένει μόνο συναισθηματικά αυτοβιογραφικό. Λίγο πολύ βλέπω τον εαυτό μου μέσα σε όλους τους χαρακτήρες. Πολλές από τις καταστάσεις που καταγράφονται στο έργο προέρχονται από εμπειρίες άλλων ανθρώπων ή καταστάσεις που έχω παρατηρήσει να συμβαίνουν γύρω μου. Πάνω απ' όλα όμως είναι ένα έργο γραμμένο με ειλικρίνεια και ρεαλισμό.
Τι σας ώθησε στο να ασχοληθείτε με την συγγραφή;
Η αλήθεια είναι ότι έχει περάσει τόσος καιρός από τότε που δεν μπορώ να θυμηθώ πραγματικά πως ήταν να μην είμαι συγγραφέας. Πάντα μου άρεσε το γράψιμο. Είναι κάτι που δεν σταμάτησα ποτέ να θέλω να κάνω. Από τα 17 μου άρχισε να με ενδιαφέρει το θέατρο. Μάλιστα συνήθιζα να σκηνοθετώ και να παίζω σε θεατρικά έργα στο σχολείο , όπου φοιτούσα. Στην συνέχεια ακολούθησα θεατρικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, όπου εκείνη την εποχή φοιτούσαν επίσης πολλοί αξιόλογοι άνθρωποι, οι οποίοι συνέχεια ασχολήθηκαν με το θέατρο.
Θα έλεγα ναι αλλά μέχρις ενός σημείου. Ο χαρακτήρας του Μπεν είναι περισσότερο κάτι σαν "alter -ego" για μένα, υπάρχουν στοιχεία του ωστόσο, τα οποία δεν έχουν καμία σχέση μαζί μου. Ειδικά τώρα που είμαι αρκετά μεγαλύτερος σε σχέση με την εποχή που γράφτηκε το έργο. Περισσότερο θα έλεγα ότι μπορώ να αναγνωρίσω την σύγχυση και το άγχος του ως ένας συγγραφέας που εργάζεται σκληρά και έχει φιλοδοξίες καθώς επίσης και την ανασφάλεια του στις διαπροσωπικές σχέσεις που αναπτύσσει.
Όταν ο χρόνος αλλάξει όλα όσα αγάπησες κάποτε σε έναν άνθρωπο, μπορείς να συνεχίσεις ακόμα να τον αγαπάς;
Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση, γιατί εκεί ακριβώς βρίσκεται και η ουσία του έργου. Σε καθαρά συναισθηματική και ρομαντική βάση θα έλεγα πως ναι. Μπορείς να εξακολουθείς να είσαι τρελά ερωτευμένος με έναν άνθρωπο, όπως είναι και ο Μπεν με την Κατ. Εκείνο όμως που βρίσκω πιο τρομαχτικό και πιο απογοητευτικό είναι η συνειδητοποίηση αυτής της αλλαγής μέσα στον άλλον. Όμως παρόλα αυτά η Κατ εξακολουθεί να είναι ο ίδιος άνθρωπος που ο Μπεν αγάπησε κάποτε και όσο κι αν διαισθάνεται αυτή την αλλαγή , δεν μπορεί να πάψει να την αγαπά.
Στο έργο φαίνεται να καταγγέλλετε επίσης τις κοινωνικές σχέσεις που διαμορφώνεται μέσα στο σύγχρονο , απρόσωπο, καταναλωτικό αστικό περιβάλλον. Πιστεύετε ότι επηρεάζουν όλα αυτά την διαμόρφωση ουσιαστικών διαπροσωπικών σχέσεων;
Πιστεύω ότι η δεκαετία του 90 ήταν αρκετά στυλιζαρισμένη και προσανατολισμένη σε ένα καταναλωτικό τρόπο ζωής και ένα από τα πράγματα που θέλει να αναδείξει αυτό το έργο είναι ότι μπορεί κανείς να κρυφτεί πίσω από αυτή την επιφανειακή πλευρά των πραγμάτων και να την χρησιμοποιήσει σαν ένα προσωπείο πίσω από το οποίο αισθάνεται ασφάλεια και προστασία. Για τον Μπεν αυτός ο τρόπος ζωής είναι κάτι που δεν μπορεί να επιλέξει. Κάτι που δεν μπορεί να έχει , κάτι που νιώθει να τον απειλεί και έτσι προσπαθεί απεγνωσμένα να το χλευάσει.
Η σύγχρονη οικονομική κρίση που εξαπλώνεται παγκοσμίως θα λέγατε ότι συμβάλει αυτό σε μια αξιακή αναθεώρηση του τρόπου ζωής μας;
Νομίζω ότι ειδικά σε περιόδους κρίσεων, κοινωνικών ή οικονομικών , η αγάπη διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο και αυτό είναι κάτι που δεν θα πρέπει να ξεχνάμε. Το έργο επιχειρεί να μας θυμίζει όλα εκείνα τα συναισθήματα που έχουν σημασία μέσα σε ένα περιβάλλον άγχους, ανησυχίας και ανασφάλειας που είναι καταστροφικό για τις ανθρώπινες σχέσεις.
Υπήρχαν διαφορές στην παράσταση σε σχέση με τις παραγωγές που έχετε δει στο εξωτερικό;
Θεωρώ ότι ήταν και διαφορετικό ταυτόχρονα. Πιστεύω ότι ήταν εστιασμένο προς την σωστή κατεύθυνση και σκηνοθετημένο έτσι ώστε να αναδεικνύει το ανθρώπινο στοιχείο. Μου άρεσε πολύ το στιλ και η αισθητική της παράστασης και βρήκα επίσης πολύ φυσικό το παίξιμο των ηθοποιών.