Pages

Χώρα Προέλευσης - Συνάντηση με τον Σύλλα Τζουμέρκα

  Δύο παράλληλες ιστορίες μια «Χώρα Προέλευσης»!

Μια ταινία, 135 χώροι, 25 μισάωρες διαλογικές λήψεις με 10 ηθοποιούς και 3 παιδιά, έξι 20λεπτες αυτοσχεδιαστικές λήψεις της Αμαλίας Μουτούση σε τάξη με πραγματικούς μαθητές, 200’ κάμερα στο χέρι σε μια ημέρα, γυρίσματα σε πραγματικές διαδηλώσεις από το 2006 μέχρι το 2008. Με δυο λέξεις: «Χώρα Προέλευσης». Μετά την πορεία της σπουδαστικής του ταινίας «Τα μάτια που τρώνε» στο Φεστιβάλ των Καννών, ο Σύλλας Τζουμέρκας σκηνοθετεί την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του που προβλήθηκε στην εβδομάδα κριτικής του 67ου Διεθνούς Φεστιβάλ Βενετίας αποσπώντας τις καλύτερες κριτικές.  Η ιστορία μιας χώρας και μιας οικογένειας σε ελεύθερη πτώση και η συνύπαρξη τριών γενεών (της δεκαετίας του 50, της Μεταπολίτευσης και της νεότερης γενιάς) σε συγκρουσιακή τροχιά εκτυλίσσονται παράλληλα με φόντο μια ενδοοικογενειακή υιοθεσία, φωτίζοντας τα ψέματα, τις αυταπάτες, την τρομοκρατία και τις καλύτερες προθέσεις που μας έφεραν ως εδώ: «Εκείνο που μου έδωσε πολύ μεγάλη χαρά στο Φεστιβάλ ήταν ότι η καρδιά της ταινίας που είναι αυτή η σύνδεση ανάμεσα στην πολιτική και την οικογένεια ήταν κάτι που αναγνωρίστηκε σαν χαρακτηριστικό όχι μόνο της δικής μας χώρας…» λέει στην Metro o σκηνοθέτης λίγο πριν την πρεμιέρα της ταινίας από τις 21 Οκτωβρίου στις αίθουσες.

Πως αποφάσισες να κάνεις αυτή την ταινία και γιατί επέλεξες αυτόν τον τίτλο;
Ξεκινήσαμε με την Γιούλα Μπούνταλη που γράψαμε μαζί το σενάριο να μιλήσουμε για το τι σημαίνει ενηλικίωση στην Ελλάδα στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Θέλαμε να προσεγγίσουμε αυτό το θέμα και από την πλευρά την προσωπική και από την άποψη της πολιτικής. Μέσα από την ταινία μιλάμε για κάτι το οποίο θεωρούμε κεντρικό και είναι η σύγκρουση των γενεών της μεταπολίτευσης. Ο τίτλος της ταινίας υπήρχε από την αρχή. Ξεκινήσαμε από τον τίτλο. Θέλαμε να κάνουμε ένα οικογενειακό δράμα που να  έχει τον τίτλο «Χώρα Προέλευσης» συνδέοντας το οικογενειακό με το πολιτικό.
Πως γίνεται η σύνδεση αυτή οικογενειακού και πολιτικού στην ταινία;
Κεντρικό θέμα στην ταινία είναι η ομοιότητα μεταξύ των αποφάσεων που λαμβάνονται στην οικογένεια και εκείνων που λαμβάνονται στην πολιτική σκηνή. Η ταινία εστιάζει στο τρόπο με τον οποίο λαμβάνονται αυτές οι αποφάσεις. Με ποιες αρχές, με ποια λάθη, με ποια γνώση του δίκαιου και του άδικου. Μεγάλη σημασία για μας έχει το σημείο όπου οι ήρωες τόσο στην πολιτική όσο και στην οικογένεια δεν ξέρουν ποιο είναι το σωστό και ποιο είναι το λάθος. Ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αναγκάζονται να πάρουν αποφάσεις. Αυτό είναι μια δύσκολη στιγμή.

Θα ήθελες να μας ξεναγήσεις στα ψυχολογικά τοπία των ηρώων σου;
Οι ήρωες είναι κατ αρχάς μεσαίοι προς τα κάτω και μεσαίοι προς τα πάνω. Έτσι συναντάμε ανθρώπους καθημερινούς όπως έναν καθηγητή Πανεπιστημίου, μια δασκάλα, μια γυναίκα που είναι άνεργη και ανύπαντρη μητέρα, μια νοσοκόμα. Η γκάμα των ηρώων ανήκει δηλαδή στην μικροαστική τάξη, που είναι εκείνη στην οποία ανήκω και εγώ και γνωρίζω καλά. Από κει και πέρα όλοι οι ήρωες της ταινίας αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες των αποφάσεών και των πράξεών τους και μέσα σε αυτό τον αγώνα εκφράζεται η ανάγκη τους για αγάπη , για ελευθερία, δύναμη , ανεξαρτησία.
Ανήκοντας ο ίδιος ηλικιακά στην νεότερη γενιά, από αυτές που παρουσιάζονται στην ταινία, ποια είναι τα δικά σου βιώματα από τη μεταπολίτευση;
Γεννήθηκα το 1978. Μεγάλωσα μέσα σε αυτό που ονομάζουμε μεταπολίτευση, με τις αρχές της, τα σχολεία της, τις κομματκές συγκεντρώσεις, όλα αυτά. Και είδα, κι εγώ όπως και όλοι οι συνομήλικοι μου, μέσα στις οικογένειες τη σύγκρουση ανάμεσα στη γενιά του ’50 και αυτή που την ακολούθησε παίρνοντας την εξουσία.

Μεσολάβησε ωστόσο και μια περίοδος ενηλικίωσης ώστε να μπορεί αυτή η γενιά να συνειδητοποιήσει ορισμένα πράγματα.
Ναι αυτό ισχύει και αυτό συμβαίνει και στους νεότερους ήρωες της ταινίας, που ενσαρκώνουν ο Χρήστος Πασσαλής, ο Θάνος Σαμαράς και η Γιούλα Μπούνταλη και τους οποίους βλέπουμε στο παρόν, σε μια ηλικία πάνω από 20 , όπου πλέον όλα τα μυστικά και τα ψέματα της οικογένειας, είναι ανοιχτά. Τα γνωρίζουν όλα και έρχονται αντιμέτωποι με αυτά. Με την ενηλικίωση δηλαδή φτάνουν σε ένα σημείο όπου συνειδητοποιούν πια και την υποκρισία και το ψέμα και την ακυριολεξία και το λάθος. Όλα αυτά όμως έτσι όπως είναι μπλεγμένα με την αγάπη μαζί, είναι ένας δύσκολος κόμπος και αυτόν καλούνται να λύσουν οι νέοι ήρωες της ταινίας.
Τελικά τι συμπεράσματα βγαίνουν για εκείνη την εποχή; Τι ήταν η  μεταπολίτευση;
Δεν νομίζω ότι μπορείς να πεις με μια λέξη ήταν εκείνο ή το άλλο. Γιατί έτσι και αδικείς και αγνοείς τις καλύτερες προθέσεις – αν υπήρχαν. Τα σφάλματα της μεταπολίτευσης εκτίθενται μέσα στην ταινία δίνοντας έτσι και στον θεατή ένα εργαλείο για να σκεφτεί τι έγινε όλα αυτά τα χρόνια.
Έχεις δηλώσει ότι η δική μας γενιά δεν είναι κακομαθημένη. Πιστεύεις πως είναι θυμωμένη;
Εμένα δεν μου αρέσει ούτε το κακομαθημένη , ούτε το θυμωμένη. Πιστεύω ότι και τα δυο κρύβουν από πίσω μια προσπάθεια ελέγχου της νεότερης γενιάς, να παρουσιάζεται απλά ως μια γενιά κακομαθημένων παιδιών που έφαγε με χρυσά κουτάλια, χωρίς βέβαια να αναφέρει κανείς ότι αυτά τα χρυσά κουτάλια, που δεν τα διάλεξε, αλλά της τα φέρανε, τα πληρώνει τώρα η ίδια με αίμα. Από την άλλη το να λες πως είναι θυμωμένη σημαίνει ότι λες πως είναι μια γενιά μουγκή και άναρθρη, το οποίο επίσης δεν συμβαίνει γιατί είναι μια γενιά που ζει εδώ, αρθρώνει λόγο, φτιάχνει έργα, δουλεύει και είναι με κάθε τρόπο – θέλοντας και μη – μέρος του παρόντος. Επομένως πιστεύω ότι και τα δυο είναι στην πραγματικότητα σχηματοποιήσεις εκ του πονηρού.