Δυο γυναίκες στον δρόμο προς την προσωπική τους «απόδραση» ή την προσωπική τους ελευθερία. «Όπως η Θέλμα και η Λουίζ» οι αντίστοιχες ηρωίδες του έργου του John Ford Noonan που ανεβαίνει από 8 Οκτωβρίου στο Νέο Ελληνικό Θέατρο του Γιώργου Αρμένη σε σκηνοθεσία, διασκευή, μετάφραση Εμμανουέλας Αλεξίου, Στέλλα και Ασπασία, θα χτίσουν μια δυνατή φιλία- στους τέσσερις τοίχους της κουζίνας ενός διαμερίσματος στο Πανόραμα Θεσσαλονίκης, όπου συναντώνται για πρώτη φορά- αποζητώντας μια συναισθηματική διέξοδο από δυο αδιέξοδους γάμους και θα αποφασίσουν ένα ταξίδι στην Αθήνα- που προβάλλεται με την μορφή ενός 10λεπτου βίντεο και με τον Γ. Ζουγανέλη σε ρόλο έκπληξη- επαναστατώντας ενάντια στην φόρμα ζωής που τους έχουν επιβάλει. «Η ιστορία δεν είναι ίδια με εκείνη της ταινία του Ridley Scott, καθώς το έργο του Nounan προηγήθηκε αρκετά χρόνια. Εκείνο ωστόσο που έδωσε την έμπνευση για το σενάριο του Scott ήταν το γυναικείο δέσιμο», ξεκαθαρίζει από την αρχή η Άννα Αδριανού, την οποία συναντήσαμε μαζί με την Μαρία Γεωργιάδου – υποψήφια δημοτική σύμβουλο Κηφισιάς στον ανεξάρτητο συνδυασμό Πόλη-Φώς- λίγο πριν την πρόβα τους στην αίθουσα Κάρολος Κουν.
Ας ξεκινήσουμε με τις συστάσεις. Ποια είναι η Ασπασία και ποια η Στέλλα ;
Άννα Αδριανού: Εγώ υποδύομαι την Ασπασία. Είναι ένα πλάσμα πολύ συναισθηματικό και από τις δυο είναι εκείνη που διατηρεί μέσα της την μεγαλύτερη παιδικότητα. Ακριβώς επειδή προέρχεται από ένα καλό σπίτι και ταυτόχρονα ψυχρό, από μια οικογένεια που συνεχώς την περιόριζε, έχει παντρευτεί πολύ νέα και έχε ζήσει μια ζωή πολύ κομιλφό, όλα αυτά τα βιώματα την έχουν κάνει πιο εσωστρεφή και σφιγμένη. Είναι απ τις γυναίκες που έχουν πάθος με την τάξη, νιώθει πολύ μόνη, δεν έχει καθόλου αυτοεκτίμηση και φοβάται πολύ την συναισθηματική επαφή επειδή την έχει τόσο ανάγκη, οπότε είναι η πιο εύθραυστη. Γι αυτό και το παίζει σκληρή. Σαν ρόλος είναι εκείνος που έχει και την μεγαλύτερη εξέλιξη και φέρνει τα περισσότερα δραματικά στοιχεία στο έργο. Εκεί έγκειται και η δυσκολία. Από κει που παίζεις κωμωδία μέσα σε μια ατάκα να πρέπει να είσαι πάρα πολύ σοβαρός και πάρα πολύ αληθινός.
Μαρία Γεωργιάδου: Η Στέλλα είναι ένας χαρακτήρας γυναίκας που ομολογώ ότι θα ήθελα να τον γνωρίσω στην ζωή μου. Θα μπορούσε να είναι φίλη μου. Είναι μια εξωστρεφής γυναίκα με διάθεση να χαρεί την ζωή, να επικοινωνήσει, να δώσει αγάπη. Δεν είναι ιδιαίτερα καλλιεργημένη, ούτε έχει την πνευματικότητα ενός ανθρώπου που έχει ψαχτεί πολύ. Σε ένα επίπεδο ζωής όμως έχει πάρει τα μαθήματά της και έχει ένα είδος λαϊκής σοφίας. Η καταγωγή της είναι εκείνη που την χαρακτηρίζει τόσο στα προτερήματα όσο και στις αδυναμίες της. Είναι σαφώς πιο ανοιχτή με τους γύρω της από την άλλη όμως έχει και ένα είδος καχυποψίας και καπατσοσύνης. Είναι έξυπνη και γοητευτική με τον τρόπο της. Βρίσκεται σε ένα γάμο ,όπου ενώ αγαπά και αγαπιέται βιώνει παράλληλα την απιστία, πράγμα που την κάνει αρκετά ευάλωτη. Έτσι αναζητά την αγάπη και την εμπιστοσύνη που της λείπει σε μια φιλία.
Αισθάνεστε περισσότερο Θέλμα (=Στέλλα) ή Λουίζ (=Ασπασία) στην καθημερινότητα σας;
Άννα Αδριανού: Σε αυτή την φάση της ζωής μου δεν αισθάνομαι κοντά σε καμία γιατί έχω βρει τις ισορροπίες μου και δόξα τω θεώ έχω μια πολύ καλή προσωπική ζωή και μια καλή ισορροπία με τον εαυτό μου. Όμως όταν ήμουν πολύ μικρότερη είχα περάσει από τέτοιες καταστάσεις και οφείλω να ομολογήσω ότι όντως είναι πιο κοντά μου η Λουίζ. Δεν ήμουνα ο άνθρωπος που εξωτερίκευε τα συναισθήματά του, οπότε η Λουίζ έχει στοιχεία δικά μου. Όχι σε τέτοιο βαθμό βέβαια. Έχει και πολλές διαφορές από την δική μου προσωπικότητα. Όλο αυτό το αστικό σφίξιμο , ας πούμε και η υποταγή στον άνδρα είναι στοιχεία που εγώ δεν είχα ποτέ. Υπήρξα όμως κλειστή και οχυρωμένη για κάποια χρόνια, οπότε από εκεί μπόρεσα να πιαστώ κατά κάποιο τρόπο.
Μαρία Γεωργιάδου: Θα έλεγα ότι κομμάτι του εαυτού μου αντιδρά σαν την Στέλλα και κομμάτι του εαυτού μου αντιδρά σαν την Ασπασία. Εξαρτάται από το πώς νιώθω και τι σκέφτομαι κάθε στιγμή. Γενικώς είμαι ένα αισιόδοξο άτομο άρα θα έλεγα ότι πιθανότατα από αυτή την άποψη είμαι πιο κοντά στην Στέλλα, παρόλο που έχω περάσει περιόδους μοναχικότητας τις οποίες προφανώς τις είχα ανάγκη.
Πιστεύετε ότι η γυναικεία φιλία είναι πιο ισχυρή ή πιο εύθραυστη απ’ ότι η ανδρική;
Άννα Αδριανού: Πιστεύω πως οι γυναικείες φιλίες είναι πιο βαθιές και πιο ανθεκτικές στο χρόνο, γιατί η γυναίκα από την φύση της έχει πολύ καλύτερη επαφή με τα συναισθήματά της και έχει μάθει να τα εκφράζει περισσότερο σε σχέση με τους άνδρες που δύσκολα εκθέτουν τον εαυτό τους. Η περιθωριοποίηση και η καταπίεση του γυναικείου φύλου ανά τους αιώνες μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον εξάλλου συνέργησαν ώστε η γυναικεία φιλία να αποτελέσει έναν τρόπο επιβίωσης.
Μαρία Γεωργιάδου: Αν και δεν έχω μπει σε ανδρικές παρέες για να γνωρίζω πως λειτουργεί η ανδρική φιλία, πιστεύω ότι κάπως έτσι θα λειτουργεί και για τους άνδρες. Απλώς επειδή η γυναίκα από την φύση της και εξαιτίας του τρόπου διαπαιδαγώγησής της έχει μάθει πιο εύκολα να εκφράζει την αδυναμία της, την διευκολύνει στην φιλία, ως προς το να ανοιχτεί και να επικοινωνήσει αυτά που την πονάνε και έτσι να αισθανθεί πως την ξορκίζει.
**Το έργο «Όπως η Θέλμα και η Λουίζ» του John Ford Noonan πρωτοανέβηκε στo Astor Place Theatre της Νέας Υόρκης το 1979, με τίτλο «A coupla white chicks sitting around talking», με πρωταγωνίστριες τη Σούζαν Σαράντον και την Εϊλήν Μπρέναν.**