Pages

Συνέντευξη με τον Διευθυντή του ΚΘΒΕ Σωτήρη Χατζάκη για τους Αχαρνής

«Η κεντρική παθογένεια του Έλληνα είναι το υπερτροφικό του εγώ!»
«Η Επίδαυρος είναι μια ανοιχτή εκκλησία, έχει έναν αόρατο θόλο από πάνω της, ταυτόχρονα όμως είναι και αρένα…», μου λέει λίγες μέρες πριν την πρεμιέρα της αριστοφανικής αντιπολεμικής κωμωδίας «Αχαρνής», ο σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός Διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, Σωτήρης Χατζάκης που κατεβαίνει για έκτη φορά στο αργολικό θέατρο στις 23 & 24 Ιουλίου κι όμως αισθάνεται σαν να είναι η πρώτη, ακόμα και μετά την θριαμβευτική υποδοχή της παράστασης από το κοινό και το εκρηκτικό μείγμα ενός καταγγελτικού και πληθωρικού Δικαιόπολη - Σταμάτη Κραουνάκη (μουσική), ενός εξαιρετικού Λάμαχου - Γρηγόρη Βαλτινού και της σοφίας του λαϊκού περιπλανώμενου θεάτρου και κινηματογράφου που σηκώνει στις πλάτες του ο Μεγαρίτης Κώστας Βουτσάς. «Την Επίδαυρο δεν την διαλέγεις. Σε διαλέγει… μπορεί να σε κλωτσήσει έξω, αν το έργο σου δεν αντιστοιχεί συμμετρικά με την ιερότητα, την θρησκευτικότητα και την ενέργεια από τόσα ιερά τέρατα που έπαιξαν εκεί» μου υπενθυμίζει θεωρώντας το άγχος πριν από κάθε παράσταση εκεί, παντοτινό και δεδομένο.
Η πρεμιέρα στους Δελφούς έγινε μέσα σε ένα κατάμεστο στάδιο. «Καθόντουσαν ακόμα και στα σκαλάκια. Είχαμε πάνω από τριάντα διακοπές από χειροκροτήματα και άμεση απορρόφηση πέραν του κωμικού και του πολιτικού στοιχείου του έργου και του πολιτικού χαρακτήρα της παράστασης. Και αυτό γιατί έχουμε φέρει το τότε στο σήμερα αποφεύγοντας να ξεπέσουμε σε μια φθηνή ρητορεία ή σε μια επιθεωρησιακή εκμετάλλευση της επικαιρότητας χαλώντας τις δομές του έργου. Η μεταφορά στο σήμερα απαιτεί να βρεθούν οι μετρικές αντιστοιχίες του τότε με το τώρα, οι οποίες στο συγκεκριμένο έργο δεν είναι άλλες από τον πόλεμο (στρατιωτικός τότε- οικονομικός σήμερα), την αμφισβήτηση του πολιτικού προσωπικού και την αλλοτινή ηθική κρίση που σήμερα παίρνει τις διαστάσεις μιας πολιτισμικής παρακμής.» Οι αναφορές στην επικαιρότητα σαφής. Κυρίως στο ΔΝΤ. Ωστόσο το έργο έρχεται στο σήμερα μέσω της διαχρονικότητας του πολιτικού λόγου. «Υπάρχει μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα που οργανώνει την αισθητική του έργου. Εκεί βρίσκεται το στοίχημα. Να δημιουργήσουμε μια αισθητική μέσα από την οποία να αρθρώνουμε προβλήματα του τότε και του σήμερα. Εδώ ανακαλύψαμε την κεντρική παθογένεια του Έλληνα. Το υπερτροφικό του εγώ, το οποίο αγνοεί πλήρως την συλλογικότητα και τις λύσεις που συγκροτούν την κοινωνική συνοχή.» Αυτό το εγώ αποκαλύπτεται και καυτηριάζεται από τον συγγραφέα μέσω του εγχειρήματός του Δικαιόπολη να συνάψει ιδιωτική ειρήνη. «Το έργο δεν είναι αντιπολεμικό απλά. Είναι ένα και ένα σχόλιο πάνω στο πως μεταλλάσσεται μια αρχική ιδέα όταν γίνεται σύστημα. Πως δηλαδή οι ιδέες γίνονται -ισμός και μόλις μπαίνουν σε αυτό το κέλυφος γίνονται ένα σύστημα που ακυρώνει την αρχική ιδέα.» Μόνη λύση η συλλογική αντίδραση. «Στην παράσταση φέρνουμε τα ίδια προβλήματα που είχε ο Έλληνας από το 1821 ως το σήμερα, επιβεβαιώνοντας μια κυτταρική κληρονομιά που τον ωθεί πάντα στα ίδια λάθη.» Τρόπος διαφυγής από τον «εσωτερικό εχθρό»; «Να απαλλαγούμε από τα ιδεολογήματα της μεταπολίτευσης. Ότι ο λαός είναι υπερκείμενος του λάθους και να συσπειρωθούμε γύρω από τα πνευματικά μας κατορθώματα, τα οποία δημιουργούνται όταν η τέχνη συναντά τον μέσο όρο των ανθρώπων και γίνεται μάρτυρας της περιπέτειας τους. Μετά τον θάνατο του Χατζιδάκη, του Κουν του Τσαρούχη μοιάζει να κατέρρευσαν θόλοι εκκλησιών». Όσο για την δύσκολη ισορροπία ανάμεσα στον καλλιτέχνη και τον καλλιτεχνικό διευθυντή: «Χωρίς να αγνοώ τα προβλήματα της κρίσης, έχει και ένα θετικό. Μας επαναφέρει σε ένα μέτρο. Μια συγκροτημένη οικονομική πολιτική των δημόσιων οργανισμών είναι επιβεβλημένη. Σωστά βάζει ο υπουργός το ΑΣΕΠ, όμως στην περίπτωση του ΚΘΒΕ υπάρχει ένας μικρός αριθμός συμβασιούχων, που δεν προκαλεί και που είναι συνεργεία σκηνής και η δουλειά τους άπτεται της ασφάλειας ηθοποιών και θεατών. Για αυτούς πρέπει να γίνει μια εξαίρεση καθώς δεν υπάρχουν συγκρίσιμα στοιχεία με σχολές διαφορετικά θα καταρρεύσει ένα οικοδόμημα μέσα στο Κρατικό. Τώρα σε ο, τι αφορά στην ουσία της ερώτησης, ο διευθυντής δεν παύει να διατηρεί τις προσωπικές του απόψεις και τα οράματά του ως καλλιτέχνης, απλά η διοικητική του πλευρά καλείται να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα που είναι υποκείμενο στο Υπουργείο. Φυσικά και θα έχει μια συνεργασία με τον υπουργό και με την πολιτική που ακολουθείται, μπορεί όμως να κάνει τέτοιες οικονομίες που και ανθρώπους να μην θερίσει και καλλιτεχνικό αποτέλεσμα να παράγει.»

ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΡΑΜΑΝΤΑΝΗ
METRO