Με ανακοίνωση του το Δ.Σ. του Εθνικού Θεάτρου διαψεύδει όσα γράφτηκαν στον ημερήσιο και ηλεκτρονικό τύπο για τις χορηγίες, την Δραματική Σχολή και το θέμα της μετεγκατάστασης της στο "Σχολείον" της Ειρήνης Παπά, το Τμήμα Σκηνοθεσίας και τις συμβάσεις, ενώ όσον αφορά στην φράση που χρησιμοποίησε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού κ. Στάθης Λιβαθινός απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το σκεπτικό του Δ.Σ. για την απόρριψη των προτάσεων του :"Σκεπτικό είχαν και οι Ναζί για τον σφαγιασμό των Εβραίων", το κατηγορεί για "αλαζονική συμπεριφορά και διάθεση επιβολής που θα μείνει στην ιστορία του Εθνικού Θεάτρου σαν δείγμα γραφής και δίψα για εξουσία."
Ο
καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου οργάνωσε προ ολίγων ημερών συνέντευξη
Τύπου. Στη συνέντευξη αυτή δεν ήταν παρόν το Διοικητικό Συμβούλιο, διότι ποτέ
δεν προσκλήθηκαν τα μέλη του. Με έκπληξη πληροφορηθήκαμε από τα δημοσιεύματα
του ημερήσιου έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου τα θέματα της συνέντευξης, τα
οποία δεν ήταν περιορισμένα στο ρεπερτόριο 2015-16 και στον μελλοντικό
σχεδιασμό της πολιτιστικής πολιτικής του θεάτρου,
αλλά περιελάμβαναν το θέμα των χορηγιών σε σχέση με τη Δραματική Σχολή, τη
λειτουργία τμήματος σκηνοθεσίας και τα οικονομικά του θεάτρου, θέματα που
αφορούν άμεσα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου. Γι’ αυτόν τον λόγο και για
την ενημέρωση των συμπολιτών μας οφείλουμε να τοποθετηθούμε στα θέματα που
είδαν το φως της δημοσιότητας χωρίς τη δική μας παρουσία.
Χορηγίες
Είναι
ανακριβές και ψευδές ότι το Διοικητικό Συμβούλιο έχει αρνηθεί χορηγίες προς το
Εθνικό Θέατρο. Το Διοικητικό Συμβούλιο δεν έχει απορρίψει
ουδεμία χορηγία διότι μέχρι σήμερα δεν υπάρχει κάποια γραπτή πρόταση που να
έχει κατατεθεί επίσημα. Σε μία προφορική πληροφόρηση από τον καλλιτεχνικό
διευθυντή σχετικά με την πρόθεση για πολιτιστική χορηγία του Ιδρύματος Ωνάση,
ζητήσαμε να μας κοινοποιηθεί η πρόταση χορηγίας προκειμένου να ετοιμαστεί η
έγγραφη σύμβαση χορηγίας μεταξύ του Εθνικού Θεάτρου και του Ιδρύματος Ωνάση.
Τέλος, σε μια δεύτερη περίπτωση για μια δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος,
βεβαιώσαμε γραπτώς τον καλλιτεχνικό διευθυντή ότι το Διοικητικό Συμβούλιο
συμφωνεί με μια τέτοια χορηγία. Έως σήμερα δεν έχει κατατεθεί κάποια σχετική
πρόταση από καμία πλευρά.
Είναι
μεγάλη τύχη να υπάρξουν ιδιώτες χορηγοί για το Εθνικό, αλλά μέχρι σήμερα η κρατική
μας σκηνή βασίζεται στο μεγαλύτερο μέρος της λειτουργίας της στον Μέγα Χορηγό,
τον ελληνικό λαό, με την επιχορήγηση των 6.000.000 ευρώ που λαμβάνει από το
Υπουργείο Πολιτισμού.
Δραματική Σχολή
Από το 1989
η δραματική σχολή κατατάσσεται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση: Από Δραματική Σχολή
Εθνικού λέγεται Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης Εθνικού Θεάτρου.
Το
Διοικητικό Συμβούλιο είναι υπέρ των ανοιχτών διαδικασιών με προκήρυξη τόσο για
τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή όσο και για το προσωπικό της Σχολής. Ωστόσο
ο προβληματικός υπάρχων νόμος (2273/1994) δίνει την εξουσία στον καλλιτεχνικό
διευθυντή να προτείνει πρόσωπο για τη θέση της διεύθυνσης της Σχολής και
του διδακτικού προσωπικού και στη συνέχεια το Διοικητικό Συμβούλιο έχει την ευθύνη
να τα εγκρίνει.
Το
Διοικητικό Συμβούλιο δεν έκανε αποδεχτή την πρόταση του καλλιτεχνικού διευθυντή
να καταλάβει ο ίδιος τη θέση του διευθυντή σπουδών της Δραματικής Σχολής διότι ως
καλλιτεχνικός διευθυντής σύμφωνα με το νόμο ‘εποπτεύει τη Σχολή, έχει την
ευθύνη για τα θέματα λειτουργίας και τα θέματα των επί μέρους καλλιτεχνικών
στόχων της’. Άλλωστε κοινή απόφαση και υπόσχεση στον Υπουργό, από όλες τις
πλευρές, ήταν ο περιορισμός των υπερεξουσιών του καλλιτεχνικού διευθυντή και
όχι η αύξησή τους, κάτι που διαμορφώνεται στην επεξεργασία που γίνεται από το
Υπουργείο, λίγο πριν την προκήρυξη των εκλογών, του ιδρυτικού νόμου. Ένας ακόμη λόγος είναι
ότι οι θέσεις ήταν πάντοτε διακριτές στη μεγάλη ιστορική παράδοση της Σχολής
και διότι, εάν συνέβαινε αυτό, τότε ένα πρόσωπο θα καταλάμβανε δύο θέσεις με
μεγάλη συγκέντρωση εξουσίας.
Αντί αυτού
προτάθηκε στον καλλιτεχνικό διευθυντή, και εφόσον δεν ήθελε με δική του δήλωση και
ευθύνη να ανανεώσει τη θητεία του κυρίου Κώστα Γεωργουσόπουλου, να ορίσουμε τον
στενό του συνεργάτη Θεόδωρο Αμπαζή, πρόταση που, δυστυχώς, δεν αποδέχτηκε και
τέλος ζητήσαμε να προτείνει ορισμένους υποψήφιους δικής του επιλογής,
προκειμένου να αποφασίσουμε όλοι μαζί ποιος θα ήταν ο καταλληλότερος. Η μία και
μοναδική πρόταση πριν την τελική ψηφοφορία ήταν να αυτοπροταθεί για δεύτερη
φορά ο ίδιος. Συμφωνήσαμε να γίνει ανοιχτή προκήρυξη προκειμένου να γίνει από
επιτροπή που θα συσταθεί, η επιλογή του κατάλληλου προσώπου για τη θέση αυτή,
κάτι που στην τελευταία μας συνεδρίαση αρνήθηκε, ενώ είχε συμφωνήσει αρχικά, ο
κ. Λιβαθινός. Στην περίπτωση αυτή δημιουργείται κενό, και σύμφωνα με το νόμο,
εκτελεί προσωρινά χρέη διευθυντή σπουδών ο καλλιτεχνικός διευθυντής, έως να
διοριστεί από το Διοικητικό Συμβούλιο ο νέος διευθυντής της σχολής. Ως προς το
διδακτικό προσωπικό που μας πρότεινε, το αποδεχτήκαμε στο σύνολό του.
Τμήμα σκηνοθεσίας
Είναι
ανακριβές ότι το Διοικητικό Συμβούλιο υπονομεύει το Τμήμα Σκηνοθεσίας στη Σχολή
του Εθνικού. Το
αίτημα λειτουργίας του Τμήματος Σκηνοθεσίας δεν είναι νέο, έχει τεθεί ήδη από
τη δεκαετία του 1950 και από τότε ανανεώνεται κατά διαστήματα, ανακοινώθηκε
τελευταία ότι θα γίνει από τον προηγούμενο καλλιτεχνικό διευθυντή με τον Στάθη
Λιβαθινό, αλλά καμιά διοίκηση δεν ανέλαβε την ευθύνη για τη δημιουργία του
(ούτε, παραδόξως, και στην περίοδο που λειτούργησε από το 1997 Εργαστήριο
υποκριτικής και σκηνοθεσίας στο πλαίσιο της Πειραματικής σκηνής με υπεύθυνο τον
κ. Λιβαθινό). Το ζήτημα είναι σοβαρό, θέλει μελέτη και στη σχετική συζήτηση που
έχει γίνει στο Διοικητικό Συμβούλιο για το νέο Τμήμα μάς απασχόλησε με ποιο
τρόπο θα κατοχυρωθεί το πτυχίο που θα αναγράφει την ειδικότητα/κατεύθυνση
σκηνοθεσίας και πώς θα διασφαλιστεί το κύρος του Εθνικού Θεάτρου από μια τέτοια
απόφαση.
Το βασικό
ερώτημα που τέθηκε είναι σε ποιά βάση θα λειτουργήσει: απαιτείται νόμος ή αρκεί
η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού; Όλα όσα αναφέρονται στο
υπάρχον προεδρικό διάταγμα 336 αφορούν αποκλειστικά το Τμήμα Υποκριτικής και
όχι το Τμήμα Σκηνοθεσίας. Έτσι, αναφέρεται ρητά ότι «τα διδασκόμενα μαθήματα
κατά τη διάρκεια του κύκλου σπουδών του Τμήματος Υποκριτικής, καθώς και το
ωρολόγιο πρόγραμμα διδασκαλίας τους». Επομένως, εκτιμήσαμε ότι για να
λειτουργήσει και να είναι έγκυρο ένα νέο Τμήμα, χρειάζεται να
θεσμοθετηθεί το Πρόγραμμα Σπουδών (μαθήματα, περίγραμμα ύλης, προαπαιτούμενα,
εισακτέοι κλπ) ώστε να γνωρίζουν οι υποψήφιοι το αντικείμενο των σπουδών τους.
Στο πλαίσιο
αυτό αξιολογήσαμε ότι δεν μπορούσε να ξεκινήσει ένα Τμήμα με απλή απόφαση των διδασκόντων για τα
μαθήματα (όπως ειπώθηκε από τον καλλιτεχνικό διευθυντή), δίχως δηλαδή θεσμική
κατοχύρωση του προγράμματος. Με αίσθημα ευθύνης αποφασίσαμε να ζητήσουμε από την
εποπτεύουσα αρχή, το Υπουργείο Πολιτισμού, να μάς δοθούν οδηγίες για τη
διαδικασία της θεσμοθέτησης αυτού του Τμήματος, για το οποίο υπήρχε συμφωνία,
και συγκεκριμένα: εάν αρκεί η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ή
απαιτείται σχετική νομοθετική ρύθμιση για τους νέους κύκλους σπουδών,
προκειμένου να διασφαλιστεί υψηλού επιπέδου εκπαίδευση που να συνάδει με το
κύρος και την αποστολή του Εθνικού Θεάτρου, ώστε να κατοχυρωθεί το πτυχίο κάθε
ξεχωριστής ειδικότητας, καθώς και τα επαγγελματικά δικαιώματα των κατόχων
τίτλων των αποφοίτων της Σχολής. Το Υπουργείο ζήτησε να ανασταλεί η δημιουργία
τέτοιου Τμήματος, πράγμα που ανακοινώθηκε από τον ίδιο τον Υπουργό προς τον
Καλλιτεχνικό Διευθυντή, δεδομένου ότι επεξεργάζεται συνολικά το θέμα της
Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου στο σύνολό της, μαζί με άλλες σχολές που
εποπτεύονται από το Υπουργείο.
‘Σχολείον’ Ειρήνης Παπά
Είναι
ανακριβές και ψευδές ότι απέρριψε το Δ. Σ. τα σχέδια μεταφοράς της Δραματικής
Σχολής στο ‘Σχολείον’ της Ειρήνης Παπά. Όπως είναι αναληθές ότι έχει γίνει στο
Εθνικό Θέατρο πρόταση χορηγίας «που κινδυνεύει να χαθεί» ύψους 280.000 ευρώ. Η αλήθεια είναι ότι συζητήθηκε αυτή
η ιδέα και υπήρξε προβληματισμός για την ασφάλεια του χώρου για σπουδαστές και
διδάσκοντες, την άδεια λειτουργίας του, που αυτή τη στιγμή δεν έχει, και τις
υποδομές που διαθέτει. Για λόγους ασφαλείας πάντοτε, απορρίφθηκε και μία άλλη πρόταση
ενοικίασης του χώρου το καλοκαίρι. Το Διοικητικό Συμβούλιο δεν είναι κατ᾽ αρχάς
αρνητικό στη μεταφορά αυτή, ωστόσο θεωρεί ότι η μεταστέγαση της Δραματικής
Σχολής απαιτεί σοβαρή μελέτη και σχεδιασμό και αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί
στο διάστημα δύο μηνών! Όσο για την χορηγία των 280.000, κάτι έχει αναφερθεί σε
κάποια συνεδρίαση, αλλά τίποτε επισήμως.
Συμβάσεις
Ακόμη, στη
συνέντευξη διαβάσαμε ότι εκτός από τον καλλιτεχνικό διευθυντή και τον καλλιτεχνικό
του σύμβουλο Θεόδωρο Αμπαζή ήταν παρών ο κύριος Ν. Μανωλόπουλος ο οποίος έδωσε
πληροφορίες για την οικονομική κατάσταση του Εθνικού Θεάτρου, κάτι που εμπίπτει
στην αρμοδιότητα του προέδρου του Δ.Σ. Ωστόσο, ο κύριος Μανωλόπουλος ενημέρωσε
ως εκπρόσωπος σε θέματα οικονομικής διαχείρισης, δίχως να έχει εξουσιοδοτηθεί
από το Διοικητικό Συμβούλιο και δίχως να έχει μια επίσημη οργανική σχέση με το
Εθνικό, εκτός από τη θέση του ‘ειδικού συμβούλου’ επί οικονομικών θεμάτων του
Καλλιτεχνικού Διευθυντή. Αυτό που αρνήθηκε το Δ.Σ είναι να επικυρώσει συμφωνίες
και συμβάσεις τις οποίες εισηγήθηκε ο Διευθυντής και οι οποίες αφορούν
εταιρείες , υποκρυπτόμενα πρόσωπα πίσω από αυτές , υπέρογκες αμοιβές των
προσώπων και φαινόμενα φοροδιαφυγής.
Στο πλαίσιο της νομιμότητας
Τα
προβλήματα στην ιστορία του Εθνικού Θεάτρου δεν προέρχονταν πάντοτε από τους
Διευθυντές τους, αλλά και από τα Διοικητικά Συμβούλια, τα οποία έχουν τις δικές
τους ευθύνες και κρίνονται από τις επιλογές τους.
Είναι
φανερό από τα παραπάνω ότι το νέο Διοικητικό Συμβούλιο δεν απέρριψε προτάσεις
ούτε κάτι από το όραμα του καλλιτεχνικού διευθυντή. Αντίθετα, από την πρώτη
στιγμή δήλωσε και έδειξε έμπρακτα τη στήριξη στο έργο του Στάθη Λιβαθινού. Οι
όποιοι ενδοιασμοί που έχουν κατατεθεί είναι στο πλαίσιο μιας συζήτησης όπου
διατυπώνονται θέσεις, διαφορετικές απόψεις, λαμβάνονται αποφάσεις ομόφωνα ή
κατά πλειοψηφία, πάντα με γνώμονα την προάσπιση μιας άλλης νοοτροπίας, μίας νέας
λειτουργίας του Εθνικού Θεάτρου, όπου το καλλιτεχνικό κομμάτι υλοποιείται σε
ένα πλαίσιο χρηστής διοίκησης και διαχείρισης, με ανοιχτές διαδικασίες, καθαρές
συμβάσεις, δημόσιους διαγωνισμούς και προκηρύξεις θέσεων εργασίας προσωπικού.
Ωστόσο, προκαλεί
κατάπληξη και αγανάκτηση το γεγονός ότι η τεκμηριωμένη διαφοροποίηση του
Διοικητικού Συμβουλίου στην προσέγγιση κρίσιμων θεμάτων παραλληλίζεται από τον
καλλιτεχνικό διευθυντή με το ναζισμό (ενώ ο ίδιος εμφανίζεται ως θύμα), απαντώντας
στη συνέντευξη σε ερώτηση για το σκεπτικό που έχει το Διοικητικό
Συμβούλιο όταν υποτίθεται απορρίπτει τις προτάσεις του: «Σκεπτικό είχαν και οι ναζί για τον
σφαγιασμό των εβραίων».
Θεωρούμε ότι το γεγονός
αυτό τον καθιστά υβριστή και λυπούμαστε βαθύτατα για την απαξίωση της
εργασίας που συντελούν σε δύσκολες
συνθήκες, και δίχως προσωπικό κέρδος ή ατομική προβολή, τα μέλη του Διοικητικού
Συμβουλίου. Αυτή η αλαζονική συμπεριφορά και η διάθεση επιβολής θα μείνει στην
ιστορία του Εθνικού Θεάτρου σαν δείγμα γραφής και δίψα για εξουσία του κ. Στάθη
Λιβαθινού.
Σε μια
εποχή στερήσεων και δοκιμασιών του ελληνικού λαού, το τωρινό Διοικητικό
Συμβούλιο του Εθνικού Θεάτρου έχει αποφασίσει να τιμήσει την τοποθέτησή του σ’
αυτό το κρίσιμο πόστο, να διαθέσει χρόνο και κόπο, και να λειτουργήσει όπως
πρέπει: πιστό στους Νόμους, να ελέγχει, να προστατεύει και κυρίως να επαναφέρει
τη διαύγεια και τη διαφάνεια σε κάθε πράξη του Οργανισμού. Με λίγα λόγια να
λειτουργεί με εμμονή μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας. Γι’ αυτό και πιέζει
φορτικά την εποπτεύουσα αρχή να διορθωθεί ο ισχύων Νόμος και να αποκατασταθούν
οι διάφορες ασάφειες που δυσκολεύουν τη λειτουργία του. Μέχρι τότε όμως, το
Διοικητικό Συμβούλιο είναι υποχρεωμένο να λειτουργεί με βάση, πρώτα τον
ισχύοντα Νόμο – ερμηνευόμενος από πολλούς νομικούς συμβούλους που μας βοηθούν
στο έργο μας για να είμαστε όσο γίνεται περισσότερο ακριβείς – και δεύτερον με τις
υποσχέσεις που δημοσίως δόθηκαν από όλες τις πλευρές προς την Αρχή που μας
τοποθέτησε στο Εθνικό Θέατρο και που δεσμευθήκαμε άπαντες να το καταστήσουμε
έναν Οργανισμό που θα δίνει μαθήματα σεμνότητας, σοβαρότητας, νομιμότητας και
διαφάνειας.
Δυστυχώς το
Δ.Σ. είναι υποχρεωμένο να ελέγχει ο,τιδήποτε συμβαίνει μέσα στο Εθνικό Θέατρο και
γνωρίζουμε ότι ένας τέτοιος δρόμος είναι πολύ δύσκολος και για κάποιους, ίσως,
αδιανόητος. Όποιος θέλει να αγωνιστεί απαλλαγμένος από τις παιδικές ασθένειες
της εξουσίας, θα πρόσφερε μεγάλη υπηρεσία στο δημόσιο καλό και κυρίως στο
Ελληνικό Θέατρο. Η αλαζονεία, τα ψεύδη και η παραπληροφόρηση δεν βοηθάνε σ’
αυτή την κατεύθυνση.