Το σώμα μιας κοινωνίας που νοσεί ή
το μόνο υγιές μέλος της που καταδικάζεται σε ακρωτηριασμό; Ένα από εκείνα τα
έργα που αν ήταν παιδί δεν θα έκανε απλώς μήνες αλλά χρόνια να δει το φως της ζωής,
ή στην καλύτερη περίπτωση σε αφήνει με ένα αμήχανο βλέμμα και στριφογυρίζει στο
μυαλό σου σαν αίνιγμα , γεννώντας διαρκώς απαντήσεις. Το γεγονός ότι δίχασε και
εξακολουθεί να διχάζει κοινό και κριτικούς ίσως να μην το καθιστά μεγάλο αλλά
σίγουρα αρκεί για να το κατατάξει σε ένα από εκείνα τα έργα, που μάλλον
προηγούνται της εποχής τους ή προειδοποιούν, σιωπηλά για όσα έπονται αλλά και
για όσα είναι εδώ.
Ο Ρομπ μπορεί σίγουρα να έχει
πολλά πρόσωπα και υποστάσεις. Μπορεί να φθαρτός ή άφθαρτος, ένας ή πολλοί,
άνθρωπος ή απλώς το ίδιο το κομμένο χέρι… Μπορεί να είναι και να μην είναι
ταυτόχρονα, όπως η ανάγκη των ανθρώπων να υπάρξουν μέσα από αυτό που λατρεύουν
ή απεχθάνονται, που προσκυνούν ή μισούν,
που φοβούνται ή θαυμάζουν, μέσα από όσα ταυτίζονται ή όσα αδυνατούν ή δεν
επιθυμούν να καταλάβουν και τελικά μέσα από την ίδια την διαφορετικότητα τους.
Εκείνο για το οποίο μπορούμε να
είμαστε σίγουροι είναι ότι αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί μια αφορμή για
συζήτηση και προβληματισμό πάνω στο θέμα της βίας που διέπει την ανθρώπινη φύση,
τον τρόπο που την διαχειριζόμαστε και τον τρόπο που αυτή μοιραία επηρεάζει τις διαπροσωπικές
και τις κοινωνικές σχέσεις. Θύματα και θύτες μπερδεύονται στον παράδοξο
θεατρικό λόγο του Φιλίππου και στην ευρηματική αποτύπωση του εφήμερου από την
πλευρά του Δημήτρη Καραντζά, πλάθοντας ένα σκηνικό σύμπαν όπου τα πάντα περιστρέφονται
διαρκώς γύρω από την υποκειμενική αντίληψη της πραγματικότητας, αρθρώνοντας
ένα κυνικό σχόλιο πάνω στην διαχρονική ανάγκη κάθε κοινωνίας να κατασκευάζει
άδεια πρότυπα, γυμνούς βασιλιάδες, ήρωες ή αντι-ήρωες και αποδιοπομπαίους
τράγους είτε για να τους αποθεώσει είτε για να τους κατασπαράξει ή και τα δυο μαζί.
Αλλόκοτοι συνδαιτυμόνες ενός βέβηλου "μυστικού δείπνου", που θα μπορούσε να λαμβάνει χώρα στο σήμερα ή στο πουθενά, προϊόν καταναλωτικής σύλληψης ή ανατρεπτικής φαντασίας, παίρνουν την θέση τους γύρω από ένα επίμηκες τραπέζι, με τα ρούχα τους να παραπέμπουν χρωματικά σε gay pride, σαν πρόσωπα αγιογραφημένα πάνω σε έναν μελαγχολικό καμβά, που επιχειρούν άλλοτε να χλευάσουν και άλλοτε να καταγγείλουν την επιβεβλημένη ακινησία τους, δίνοντας τελικά την θέση τους σε μορφές που επαναστατούν και παραδίνονται στο χάος της κτηνώδους φύσης τους σπάζοντας δεσμά της τρομακτικά παρανοϊκής ομοιομορφίας.
Νεκροί και ζωντανοί (νεκροί)
τρώνε, πίνουν και θυμούνται κάποιον που ήξεραν ή δεν ήξεραν, ενώ οι περιγραφές
και οι εξομολογήσεις τους ακροβατούν διαρκώς στα όρια της πραγματικότητας και βυθίζονται στους ήχους ενός ρέκβιεμ για την χαμένη ανθρωπιά.
Ρομπ/Rob λοιπόν. Το πιο αποκρουστικό
πρόσωπο της ανθρώπινης ύπαρξης ή η πιο αγνή έκφραση της; Ιησούς ή Βαραβάς; Rob από
τον κατά συρροή δολοφόνο Roberto Succo (1962-1988) που
ενέπνευσε τον Γάλλο δραματουργό Bernard Marie Koltes να γράψει το ομώνυμο θεατρικό έργο ή Rob όπως robber ( ο κλέφτης ή ο ληστής
στα αγγλικά). Αθώος ή ένοχος; Καλός ή κακός; Άγιος ή αμαρτωλός ; Άνθρωπος, Ιδέα
ή απλώς η ίδια η φύση?
Από την Δέσποινα Ραμαντάνη