Το Σάββατο που μας πέρασε, 14 Νοεμβρίου, και στην σκιά των τρομοκρατικών επιθέσεων σε Παρίσι και Βηρυτό, πραγματοποιήθηκε η πρεμιέρα του έργου του Μαξίμ Γκόρκι "Τα παιδιά του Ήλιου" στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης "Κάρολος Κουν" σε απόδοση, δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη και μετάφραση Ελένης Μπακοπούλου. Η Φωτεινή Μπαξεβάνη, η Μαρία Καλλιμάνη, ο Χάρης Φραγκούλης, ο Μάκης Παπαδημητρίου, η Ιωάννα Μαυρέα, ο Γιάννης Κότσιφας και η Κωνσταντίνα Τάκαλου, καταχειροκροτήθηκαν από το κοινό, για τις εξαιρετικές τους ερμηνείες σε ένα απαιτητικό έργο, που επί 140 λεπτά φωτίζει τις πληγές μιας κοινωνίας που χειμάζεται από την χολέρα στην Ρωσία του 1826 ερήμην της πνευματικής ελίτ, η οποία αγνοεί όσα δεν καταλαβαίνει, επαίρεται για την ηθική ανωτερότητα της, και βαυκαλίζεται με όμορφα λόγια και όνειρα για ένα λαμπρό μέλλον, που μόνο οι θλιβερές προφητείες μιας ψυχικά άρρωστης κοπέλας φαίνεται να διαψεύδουν με όλο και πιο οδυνηρό τρόπο...
O Γκόρκι φαίνεται πως έγραψε το έργο το 1905 και μάλιστα κατά κύριο λόγο τις τελευταίες οχτώ ημέρες της φυλάκισης του στο Φρούριο Πέτρου και Παύλου στην Αγία Πετρούπολη, πριν από την αποφυλάκιση του στις 2 Φεβρουαρίου του ίδιου χρόνου και μέσα σε ένα κλήμα έντονων πολιτικών και κοινωνικών αναταραχών που συγκλονίζουν το μεγαλύτερο μέρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας εκείνης της εποχής στρεφόμενες εν μέρει και κατά της κυβέρνησης. Οι εκτεταμένες απεργιακές κινητοποιήσεις και οι αγροτικές και στρατιωτικές εξεγέρσεις που έλαβαν χώρα κατά την Ρωσική Επανάσταση του 1905 οδήγησαν στη Συνταγματική Μεταρρύθμιση που συμπεριελάμβανε την ίδρυση της Κρατικής Δούμας της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, τον πολυκομματισμό και την θέσπιση του Ρωσικού Συντάγματος του 1906.
Γραμμένο δυο χρόνια μετά το Βυσσινόκηπο του Τσέχωφ, που προεικόνιζε ήδη την επερχόμενη θύελλα της ρωσικής επανάστασης, το έργο αναφέρεται φαινομενικά στην επιδημία χολέρας του 1862 αλλά ουσιαστικά μιλά για όσα μάστιζαν την κοινωνία εκείνης της εποχής. Με τον τίτλο τα "Τα Παιδιά του Ήλιου" περιγράφεται η προνομιούχα πνευματική ελίτ της Ρωσίας, επιτομή της οποίας αποτελεί ο καθηγητής Πάβελ, ένας άνθρωπος που διακατέχεται από υψηλά ιδανικά και ευγενή κίνητρα, εγκλωβισμένος ωστόσο στον μικρόκοσμό του, τον οποίο παρατηρεί με απόλυτη προσοχή και ακρίβεια σε αντίθεση με τον κόσμο που τον περιβάλλει, το σπίτι του, την οικογένεια του, τους οικείους του ακόμα και την χολέρα που θερίζει την χώρα.
Έννοιες όπως η αισθητική, η ηθική, η αλήθεια και ο φόβος βρίσκονται στο επίκεντρο αυτής της ιλαροτραγωδίας του Γκόρκι, με τους ήρωες να αναπτύσσουν ερωτήματα και προβληματισμούς γύρω από τον σκοπό της ανθρωπότητας ή τον ορισμό, τον ρόλο και τα όρια της τέχνης, καθισμένοι στις αναπαυτικές πολυθρόνες του καθιστικού τους ενώ η αλήθεια που αναζητούν τους έχει ήδη περικυκλώσει και ο χρόνος βαδίζει αμείλικτα εναντίον τους.
Η παρηκμασμένη αστική έπαυλη όπου εκτυλίσσεται η υπόθεση του έργου γίνεται αρένα συγκρούσεων και αποκαλύψεων με τους ήρωες να ανασυντάσσουν διαρκώς τις ελπίδες τους για το μέλλον ψάχνοντας τις λύσεις μέσα στα σκονισμένα βιβλία και στους σωλήνες μιας γνώσης στεγνής από ανθρωπιά, που αντί να γίνεται εργαλείο για έναν καλύτερο κόσμο γίνεται άλλοθι που δικαιολογεί την ηθική και πνευματική ανωτερότητα μιας αριστοκρατικής ελίτ. Οι ίδιοι γυρνούν τυραννικά και αδιάλειπτα γύρω από τον πυρήνα της ύπαρξης τους αναζητώντας μάταια έναν σκοπό και αναλίσκοντας τον χρόνο τους σε θεωρίες, θεωρήματα και αξιώματα που δεν τους βοηθούν στο παραμικρό να καταλάβουν ή έστω να διαισθανθούν τις αλλαγές που συμβαίνουν στο περιβάλλον τους.
Αστείοι και τραγικοί συνάμα μέσα στην πλήξη, την αδιαφορία και την άγνοια τους οι χαρακτήρες μπαινοβγαίνουν στο σκηνικό από την πρώτη σειρά των καθισμάτων σπάζοντας έτσι και κατά ένα τρόπο τον τέταρτο τοίχο και καταργώντας την απόσταση ανάμεσα στην σκηνή και στους θεατές. Ο "θόρυβος" στην προσπάθεια τους να επικοινωνήσουν και να εκφραστούν που εισβάλει πότε σαν κάποιο ξαφνικό περιστατικό, πότε σαν κάποιο δυσάρεστο μαντάτο και πότε σαν ένα απλό πρόσχημα για να οδηγηθεί και πάλι η συζήτηση μακριά από το πραγματικό πρόβλημα που κατατρώει τους ήρωες και κατ' επέκταση και την κοινωνία όπου ζουν, είναι ένα από τα κυρίαρχα μοτίβα που πυροδοτούν κάθε φορά έναν νέο κύκλο εξομολογήσεων και αποκαλύψεων.
Ο Χάρης Φραγκούλης δανειζόμενος στην ερμηνεία του και εξωτερικά στοιχεία χτίζει έξοχα τον ρόλο του απορροφημένου από τα πειράματα χημείας καθηγητή, που παρ' όλα αυτά αδυνατεί να παρατηρήσει την ερωτική χημεία που αναπτύσσεται ανάμεσα στην σύζυγό του- που υποδύεται με επιτυχία η Μαρία Καλλιμάνη και τον ζωγράφο -παιδικό του φίλο (Γιάννη Κότσιφα σε μια πολύ καλή και δυνατή ερμηνεία), όπως και το εκρηκτικό μείγμα των συναισθημάτων που τρέφει για εκείνον η Melanya - Φωτεινή Μπαξεβάνη, που μας έχει συνηθίσει σε μοναδικές ερμηνείες (Λωξάντρα , Μαντάμ Σουσού) ισορροπώντας και αυτή την φορά με απόλυτη ειλικρίνεια ανάμεσα στο γέλιο και το δάκρυ σε μια συγκινητική ερμηνεία. Σε έναν ρόλο που κουβαλά κάτι από την υφέρπουσα μελαγχολία του Ιμ. Κάντ, ο Μάκης Παπαδημητρίου ενδύεται τον ρόλο του αδελφού της Μelanya ερωτευμένου με την αδερφή του καθηγητή, την Λίζα- Κωνσταντίνα Τάκαλου, που σωματοποιεί με ένα τρόπο εκκεντρικό αλλά και εν τέλει ενδιαφέροντα όλες τις νευρώσεις και τις παθογένειες της εποχής και της κοινωνίας που ζει, προμηνύοντας ως άλλη Κασσάνδρα όσα πρόκειται να συμβούν.
Σημείο αναφοράς όλων όμως είναι η οικονόμος της έπαυλης - Ιωάννα Μαυρέα που με την στιβαρή της φωνή και ερμηνεία φέρνει σε πέρας έναν κατά βάση κωμικό ρόλο που "τρολάρει" θα λέγαμε τους πάντες και τα πάντα, θυμίζοντας στόφα παλιών ηθοποιών. Ένα εξαιρετικό ταλέντο, παιδί του θεάτρου τέχνης (αποφοίτησε από αυτό το 1994) ενώ άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις σε κοινό και κριτικούς στο "Χαίρε Νύμφη" του Ξενόπουλου.
Καθώς η βοή από τον εξεγερμένο όχλο όλο και πλησιάζει, τα φώτα επί σκηνής σβήνουν και τα παιδιά του ήλιου υποκλίνονται στο κοινό, το μόνο ίσως που θα πρέπει να θυμόμαστε είναι τα λόγια του καθηγητή: "Σε όλους μας υπάρχει ο φόβος του θανάτου. Αυτό μας εμποδίζει να είμαστε θαρραλέοι, όμορφοι, ελεύθεροι άνθρωποι! Κρέμεται πάνω από τα κεφάλια τους σαν μαύρο σύννεφο, καλύπτει τη γη με σκιές, κι απ’ αυτόν γεννιούνται τα φαντάσματα. Μας υποχρεώνει να παρεκκλίνουμε από τον ευθύ δρόμο προς την ελευθερία, από την πλατιά λεωφόρο του πειραματισμού. Μας ωθεί να φτιάχνουν τερατώδη ερωτήματα για το νόημα της ύπαρξης, τρομοκρατεί τη λογική, και τότε η σκέψη δημιουργεί την πλάνη! Αλλά εμείς, εμείς, οι άνθρωποι, τα παιδιά του ήλιου, θα νικήσουμε το σκοτεινό φόβο του θανάτου!