Ο Κώστας Παπακωστόπουλος είναι σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής του Ελληνογερμανικού Θεάτρου Κολωνίας (Deutsch Griechisches Theater Köln), ενός θεατρικού σχήματος που ίδρυσε ο ίδιος το 1990 και αποτελεί σήμερα ένα αναπόσπαστο κομμάτι της θεατρικής ζωής της πόλης. Γεννήθηκε το
1962 στην Αθήνα και αφού ολοκλήρωσε τις οικονομικές σπουδές του στην ΑΣΟΕΕ συνέχισε με
σπουδές Θεατρολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας. Συνεργάτης του Ντίμιτερ
Γκότσεφ στο Κρατικό Θέατρο της Κολωνίας (Schauspielhaus Köln) και αργότερα του
Φράνκ Κάστορφ στο Φόλκσμπινε του Βερολίνου (Volksbühne), έγινε γρήγορα γνωστός στη Γερμανία για τις πρωτοποριακές
παραστάσεις έργων αρχαίου δράματος, προβάλλοντας έτσι το ελληνικό θέατρο στη
Γερμανία.
Μετά τις Ευμενίδες του
Αισχύλου που είχε παρουσιάσει το 2012 στην Θεσαλλονίκη, επιστρέφει με τις
«Ικέτιδες», κλείνοντας τον κύκλο της τριλογίας με τίτλο «Η τρέλα των θεών» (που
ξεκίνησε με το έργο «Πλούτος, ο χορός των αγανακτησμένων» και συνεχίστηκε με τις
«Εκκλησιάζουσες»), εστιάζοντας αυτή την φορά σε μια ιδιαίτερη πλευρά της
κρίσης: τον πρόσφυγα. «Κάθε περίοδος έχει την δική της αξία και μοναδικότητα»,
μας λέει ο ίδιος, προσπαθώντας να διακρίνει τις σημαντικότερες στιγμές της
25χρονης πορείας του θεάτρου σε έργα Ελλήνων και ξένων θεατρικών συγγραφέων,
από Αριστοφάνη, Ευριπίδη, Σοφοκλή και Αισχύλο μέχρι Μύλλερ, Σαίξπηρ, Κεχαίδη
και Δημητριάδη.
Πολλές από τις 28
συνολικά σκηνοθεσίες του έχουν επανειλημμένα βραβευθεί και προσκληθεί να
εκπροσωπήσουν την πόλη της Κολωνίας σε μεγάλα Φεστιβάλ της Γερμανίας και του
εξωτερικού. Όσα είπε μιλώντας στο THEATER.VIEW λίγες μέρες πριν από την πρεμιέρα της
παράστασης στην κεντρική σκηνή του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης, για το αρχαίο δράμα, τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου πολιτικού πρόσφυγα αλλά και την στάση και το μέλλον της Ευρώπης με αφορμή το ζήτημα των προσφύγων, αξίζει να τα
διαβάσετε στην συνέντευξη που ακολουθεί!
Πως ξεκίνησε η σχέση σας με το θέατρο και την σκηνοθεσία στην Γερμανία;
Στη Γερμανία βρέθηκα, για να κάνω
μεταπτυχιακές σπουδές στα Οικονομικά. Η παραμονή μου σε ένα ξένο τόπο μού έδωσε
τη δυνατότητα να αποστασιοποιηθώ από το ξεκίνημά μου και να ανακαλύψω αυτό που
πραγματικά με ενδιέφερε: το θέατρο.
Ποια ανάγκη σας ώθησε στην ιδέα ίδρυσης του «Ελληνο-Γερμανικού Θεάτρου»
στην Κολωνία;
Στις αρχές του 1990, μετά τις
πρώτες σκηνοθετικές μου εμπειρίες στα Κρατικά Θέατρα της Κολωνίας και του
Βερολίνου, ένιωθα πλέον την ανάγκη να χαράξω τον δικό μου δρόμο, εστιάζοντας το
ενδιαφέρον μου στην έρευνα και προσέγγιση του αρχαίου δράματος. Αυτή η
πραγματικότητα με ώθησε στη δημιουργία του Ελληνογερμανικού Θεάτρου, που ναι
μεν ξεκίνησε τη δράση του στη Γερμανία, αλλά από την αρχή έστρεψε την προσοχή
του στην ελληνική σκέψη.
Ποιους θεωρείτε σημαντικότερους σταθμούς στην 25 χρονη πορεία του
θεάτρου;
Δυσκολεύομαι να διακρίνω ποιοι
είναι οι πιο σημαντικοί σταθμοί στην 25χρονη πορεία του Θεάτρου μας. Κάθε
περίοδος είχε τη δική της αξία, ιδιαιτερότητα και μοναδικότητα. Ένας πυρήνας
καλλιτεχνών ήταν πάντα κοντά μου σε αυτό το ταξίδι, όπως ο μουσικοσυνθέτης
Herbert Mitschke, που του χρωστάω πολλά και οι ηθοποιοί Thomas Franke και
Stephan Kleinert, που με την ξεχωριστή παρουσία τους συμβάλλουν στη φυσιογνωμία
του Θεάτρου. Μια ιδιαίτερη εμπειρία βέβαια αποτέλεσαν και οι πρώτες συμμετοχές
μας σε Φεστιβάλ του εξωτερικού, όπου είχαμε τη δυνατότητα να δείξουμε τη
δουλειά μας διεθνώς.
Η δουλειά σας στο Deutsch Griechisches Theater επικεντρώνεται κυρίως
στο αρχαίο ελληνικό δράμα, παρόλο που έχετε ανεβάσει και έργα σύγχρονων ελλήνων
συγγραφέων. Τι είναι αυτό που σας αφορά περισσότερο στο αρχαίο ελληνικό δράμα
και στην αρχαία ελληνική μυθολογία;
Αυτό που με ενδιέφερε πάντοτε
ήταν η ανάδειξη των διαχρονικών πολιτικοκοινωνικών θεμάτων και αξιών που
θίγονται στο αρχαίο δράμα, η προβολή του επίκαιρου χαρακτήρα τους και η
κατανόηση της σημασίας τους στη σημερινή δημοκρατία.
Πόσο ακουμπούν και αφορούν σήμερα το κοινό στην Ευρώπη και συγκεκριμένα
στην Γερμανία τα θέματα που θίγονται στην αρχαία ελληνική τραγωδία και κωμωδία;
Νομίζω ότι τα θέματα του αρχαίου
δράματος αφορούν κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο και κάθε πολίτη είτε μένει στη
Γερμανία είτε στην Ελλάδα. Το αρχαίο δράμα είναι η κοινή μας ευρωπαϊκή
πολιτιστική κληρονομία, αυτό που τελικά μας ορίζει ως Ευρώπη.
Το 2012 είχατε παρουσιάσει στην Θεσσαλονίκη, τις Ευμενίδες του Αισχύλου
με το Ελληνογερμανικό Θέατρο Κολωνίας. Τώρα επιστρέφετε με το τρίτο μέρος της
τριλογίας «Η τρέλα των θεών». Τι πρόκειται να παρακολουθήσουμε σε αυτές τις
Ικέτιδες και πως «παντρεύετε» στην παράσταση το αρχαίο δράμα με το «θέατρο
-ντοκουμέντο»;
Το 2014 οργάνωσα μια σειρά
θεατρικών Workshops, στα οποία πολιτικοί πρόσφυγες από διάφορες χώρες είχαν τη
δυνατότητα να περιγράψουν τις δικές τους
εμπειρίες. Αυτές τις «Oral histories» επεξεργάσθηκα και συνέδεσα με δικά
μου κείμενα και αποσπάσματα από το χορό της τραγωδίας του Αισχύλου συνθέτοντας
έτσι το νέο έργο. Το αρχαίο δράμα συναντά κατά μια έννοια το Θέατρο
Ντοκουμέντο, χωρίς όμως η δουλειά μας να είναι πράγματι ένα «Docu-Theatre». Το
κοινό παρακολουθεί μέσα από την πλοκή του αρχαίου δράματος το ταξίδι των
προσφύγων, «αρχαίων» και σύγχρονων, και μπορεί έτσι να βιώσει το δράμα τους με
τα δικά του μάτια. Ταυτόχρονα οι ιστορίες αυτές γίνονται αφορμή για να
αποκαλυφθεί η πολιτική στάση της Ευρώπης στο θέμα «πρόσφυγας».
Τι αποκομίσατε ως εμπειρία από τις ιστορίες των προσφύγων όπως αυτές
καταγράφηκαν στα workshops που πραγματοποιήθηκαν το 1ο 6μηνο του 2014;
Αυτό που πραγματικά με
εντυπωσίασε είναι ότι αυτοί οι νέοι άνθρωποι - παράλληλα με τη μελαγχολία που
αναμενόμενα κουβαλούν - έχουν μεγάλη πίστη στη ζωή.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου πολιτικού πρόσφυγα;
Έχει περάσει τόσα πολλά, που αν
αντέξει να φτάσει μέχρι το τέλος του ταξιδιού, χωρίς να έχει υποστεί κάποιο
ανεπανόρθωτο τραύμα, είναι έτοιμος για τα πάντα.
Κατά την γνώμη σας ποια θα πρέπει να είναι η στάση της Ευρώπης απέναντι
στο προσφυγικό πρόβλημα;
Το προσφυγικό πρόβλημα αποτελεί
αυτή τη στιγμή σίγουρα τη σημαντικότερη πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει η
ενωμένη Ευρώπη. Και εκεί θα αποδειχθεί εάν αυτή η Ευρώπη πράγματι έχει κοινές
αξίες και αρχές, ώστε να μπορέσει να έχει και ένα κοινό μέλλον.
*Πρεμιέρα: 9 Οκτωβρίου , στις 21.00
Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης -
Κεντρική Σκηνή