Pages

H τελευταία συνέντευξη του Ανδρέα Βουτσινά στην Μetro


Άγνωστε πτυχές της ζωής και της καριέρας του είχε εξομολογηθεί στην εφημερίδα Μετρό, ο διεθνούς φήμης σκηνοθέτης και αγαπημένος μαθητής της ζωής και του Σταρςμπεργκ ξεφυλλίζοντας τα σημαντικότερα κεφάλαια της ζωής του στο φουαγιέ του θεάτρου Ορφέας με αφορμή την παράσταση "Το Επάγγελμα της κυρίας Γουόρεν" που σηματοδότησε και την επίστροφή του μετά από δέκα χρόνια στα Αθηναικά θεατρικά δρώμενα. 


Άνθρωπος που αγαπούσε πολύ τις γυναίκες, είχε τεράστια αδυναμία στην μητέρα του, θεωρούσε αδιανόητη την ανισότητα μεταξύ των δυο φύλων  αλλά και ανάμεσα στους ανθρώπους, ευγνώμων για όσα του χάρισε η ζωή, άνθρωπος με πολλούς φίλους που τον εκτιμούσαν και τον θαύμαζαν αλλά και εχθρούς που τον ζήλευαν, δεν καταλάβαινε ποτέ πόση σημασία είχανε οι πράξεις του για τους άλλους, δεν σκέφτηκε ποτέ να μείνει για  πάντα στο εξωτερικό, παρά τις μεγάλες τιμές που είχε γνωρίσει στην Γαλλία και την αναγνώριση που δεν του χάρισε ποτέ η Ελλάδα. Αναζητούσε πάντα το αλφαβητάρι της ζωής και της τέχνης και εκτός από την λέξη Ανδρέας Βουτσινάς με βάση την οποία πορευόταν, χάραξε με χρυσά γράμματα στο χώρο του θεάτρου και του κινηματογράφου την λέξη επιτυχία, μολονότι για εκείνον δεν ήταν πότε το ζητούμενο.
Επιθυμία του ήταν να ασχολείται πάντα με αυτά που τον ευχαριστούσαν. "Όσα λεφτά κι αν σου δώσουν, όση καριέρα και να κάνεις αν δεν αγαπάς αυτό που κάνεις, θα μοιάζει πάντα με γρατσουνιά έλεγε." Και εκείνος ήθελε και αγαπούσε πάντα την Ελλάδα και ειδικά την Θεσσαλονίκη, που του θύμιζε την Αθήνα που δεν γνώρισε όταν σε νεαρή ηλικία έφυγε για το Old Vic , κατόπιν επιθυμίας της μητέρας του να σπουδάσει θέατρο στο εξωτερικό. Γι' αυτό πούλησε το σπίτι του στο Παρίσι. Στα 78 του χρόνια, η ηλικία του ήταν το μόνο που κάθε φορά τον ξάφνιαζε "Σήμερα δεν μπορώ να πιστέψω ότι είμαι 78 χρονών. Μετράω τα χρόνια και πάντα βγαίνει τόσο. Τα ενδιαφέροντά μου είναι να δώσω σε έναν άνθρωπο μέσα από το θέατρο να καταλάβει όσα του διαφεύγουν."
Η αγάπη του για το θέατρο και τους ηθοποιούς βαθιά. Ήθελε πάντοτε να τους ακούει, να καταλαβαίνει τι ήθελαν να κάνουν και να τους βοηθάει να το κάνουν. Το θεάτρο ήταν η μεγάλη του αγάπη : "Το κοινό έρχεται και σου μαθαίνει . Δεν μπορώ να σκεφτώ ότι θα πάω θέατρο και δεν θα μάθω κάτι καινούριο , δεν θα ανακαλύψω κάτι που μου ξέφευγε τόσο καιρό. Εγώ νομίζω ότι το θέατρο όταν είσαι πονεμένος. Πιστεύω ότι το θέατρο ανέβηκε όταν βγήκε η τηλεόραση. Γιατί στο θέατρο νιώθω. Η τηλεόραση είναι σαν το γρήγορο φαγητό αλλά δεν συγκρίνεται με το σπιτικό φαγητό. Το θέατρο είναι η προσωπική σου ζωή που δεν έζησες, που δεν ζεις ή που δεν έχεις ζήσει ακόμα." Το θέατρο εξ' άλλου είναι , όπως έλεγε, "το φροντιστήριο της ζωής"


«Το Επάγγελμα της Κυρίας Γουόρεν»
«Είναι δυο πρωταγωνίστριες με τις οποίες έχω ξαναδουλέψει και όταν μου είπανε ότι θέλουνε να  δουλέψουμε μαζί  αποφασίσαμε να συνεργαστούμε. Είναι φοβερό πράγμα όταν έχεις δουλέψει με ηθοποιούς που όλα πήγαν καλά. Δεν θα πει ότι δεν είχαμε καβγάδες αλλά δεν έμεινε κάτι που να επηρεάσει την σχέση μου με τους ηθοποιούς. Διάβαζα αυτό ο έργο και έλεγα ότι ήθελα να το κάνω αλλά αν θα το έκανα θα διάλεγα αυτές τις δυο. Και μετά μου πρότειναν να το σκηνοθετήσω, οπότε είπα «ναι αλλά μόνο με αυτές τις δύο» και μου λένε «αυτές θέλουμε». Εκείνο που με εξιτάρισε ήταν ο τίτλος "Το επάγγελμα της κυρίας Γουόρεν" με ένα ερωτηματικό αν σου έλεγε περί τίνος πρόκειται θα περίμενες προκατειλημμένος ενώ όταν σου δίνει το ερωτηματικό αναρωτιέσαι. Εγώ όταν το πρωτοδιάβασα σκεφτόμουνα πως μπορεί ένας άνδρας σήμερα να πληρώνει για να πάει με μια γυναίκα θεωρώ               ότι  σήμερα θα έπρεπε να γινόταν το αντίστροφο», λέει με χιούμορ.

Η αγάπη, οι γυναίκες και η μητέρα
«Αγαπώ πολύ τις γυναίκες αλλά είχα και μια μητέρα που από μικρό παιδί μου έλεγε: Αντρίκο μου ο θεός ήταν πολύ γενναιόδωρος μαζί σου. Σου έδωσε δυο μάτια ενώ θα μπορούσε να σου δώσει ένα, δυο χέρια ενώ θα μπορούσε να σου δώσει ένα, δυο πόδια ενώ θα μπορούσε να σου δώσει ένα…  Μετά από λίγα χρόνια αυτό ήταν ένα παιχνίδι με την μητέρα μου αλλά μου έδωσε από μικρό να καταλάβω πόσο αδιανόητη είναι αυτή η ανισότητα μεταξύ των δυο φύλων ακόμα και σαν σκέψη. Πως μπορώ εγώ να σκεφτώ να γίνω πατέρας χωρίς εσένα. Πως μπορώ να ζήσω όλη μου την ζωή χωρίς να έχω κάτι που μου ανήκει αλλά ισότιμα. Πάντοτε λοιπόν μου έλεγε πόσο σημαντικό είναι αυτό. Κάποτε ο άνδρας κατέβαζε την γυναίκα κάτω για να μην μοιραστεί την ισότητα. Και σήμερα είμαστε στην ίδια κατάσταση εν μέρει. Σήμερα οι άνδρες θα το σκεφτούν αλλά δε θα το πουν. Παλιά ήταν το αδύναμο φύλλο. Έπρεπε να την προστατεύουν. Εγώ δεν καταλάβαινα ποτέ πως μπορούσαν να λένε ότι η γυναίκα δεν είναι ισότιμη.»

Μια προσωπική εμπειρία της παιδικής ηλικίας
Διάβαζα συχνά αυτό το έργο αλλά ποτέ δεν είχα σκεφτεί να το κάνω. Είναι για μένα μια προσωπική εμπειρία παιδικής ηλικίας.  Είναι σαν ένα δώρο να ξαναζήσω την παιδική μου ηλικία μέχρι τώρα. Σαν να ήμουνα σε μια σκάλα. Έχω κάνει περισσότερα από 100 έργα αλλά δεν υπάρχει αυτό που ένιωσα όταν μου είπανε ότι θα παίξω σε ένα θέατρο που λέγεται Ανδρέας Βουτσινάς. Στην αρχή γέλασα. Μετά είπα...τώρα αν το έργο δεν είναι καλό θα πούνε...Αλλά ποτέ δεν σκέφτηκα ότι πρέπει να κάνω κάτι καλό , αλλά κάτι σωστό. Αν είναι σωστό για εμάς θα είναι σωστό και για τον κόσμο. Και περάσαμε πάρα πολύ ωραία. Εγώ ήμουνα προετοιμασμένος να μην έχει καθόλου επιτυχία. Στα 78 μου χρόνια είχα αγωνίες λες και ήμουνα 18. Αλλά ευτυχώς όλα πήγαν καλά.

 Το ξεκίνημα - η γνωριμία με τον Κάρολο Κούν και οι εξετάσεις στο Old Vic
«Στο ιδιωτικό σχολείο που ήμουνα δίναμε πάντα παραστάσεις και πάντοτε μου δίνανε εμένα τον ρόλο. Έτσι όταν αποφάσισα να ασχοληθώ με το θέατρο και τίποτε άλλο η μητέρα μου πήγε σε μια φίλη της η οποία ήτανε πάρα πολύ κοντά στον Κουν. Την Μαντάμ Λερσέν. Εκείνη του μίλησε και έτσι πήγα να τον δω. Ήτανε ένας φοβερά εντυπωσιακός άνθρωπος καθόταν σε μια καρέκλα βρώμικη. Σπασμένο το ένα ποδάρι. Είχε βάλει κάτι βιβλία. Άδειο το δωμάτιο. Τότε δίδασκε σε υποψήφιους ηθοποιούς. Μου λέει "εσύ μικρέ τι θέλεις;" Λέω "εγώ θέλω να είμαι αυτός που είμαι αλλά να λέω ότι είμαι κάποιος άλλος και όλοι να πιστεύουνε ότι είμαι κάποιος άλλος ενώ είμαι εγώ. Μετά από ένα χρονικό διάστημα σιωπής μου λέει: "ποιος σου το πε να το πεις";  «Κανένας», λέω.  «Σίγουρα;», με ρωτάει. «Ναι», του απαντάω. «Και πως σου ήρθε να το πεις;», ρωτάει. «Γιατί όταν πάμε θέατρο με την μητέρα μου πιστεύω ότι ο ηθοποιός που βλέπω είναι αυτός.  Και μετά όταν πάμε στα παρασκήνια -γιατί η μητέρα μου ήξερε πολλούς ηθοποιούς, την Κατίνα την Παξινού και άλλους- δεν είναι οι ίδιοι», του απαντάω. Ο Κουν χαμογέλασε. Ξανακάθισε πίσω στην θέση του. Η καρέκλα ανήλθε στην ισορροπία της και μου είπε: «νομίζω ότι είσαι πολύ μικρός ακόμα για να σε πάρω στην σχολή αλλά θέλω μια φορά την βδομάδα να έρχεσαι εδώ στην σχολή και να μιλάμε». «Και πόσο θα στοιχίσει αυτό;» τον ρωτάω. «Θα πληρώσεις πολύ ακριβά αν δεν κάνεις αυτά που σου λέω», μου αποκρίνεται.
 Έπειτα η μητέρα μου θέλησε να φύγω εκτός συνόρων. Και έτσι πήγα στην Αγγλία και δίνω εξετάσεις και μπαίνω στο καλύτερο σχολείο που υπήρχε . Το Old Vic. Εκεί άλλοι κάνουν πέντε χρόνια να μπουν. Ειλικρινά δεν ξέρω πως πέρασα. Αλλά είχα εκείνη την εποχή με τον Κουν που μου μιλούσε και ήξερα ότι αυτό που άκουγα ήταν για κάτι άλλο που έπρεπε να νιώσω. Μετά πήγα στην Αμερική. Εκεί γνώρισα τον Στράσμπεργκ. Στο Actors Studio. Για μένα είναι σαν να έχω κάτι που με προστατεύει και αυτό που πάω να κάνω δεν έχω ιδέα πόσο σημαντικό  είναι για τους άλλους. Πέντε χιλιάδες δώσανε εξετάσεις και μπήκαμε 6 και ήμουνα μέσα στους 6. Εκεί η καλύτερη μου φίλη ήταν η Αν Μπάνκροφτ. Νομίζω ότι δεν είχα βρει ποτέ άλλοτε άνθρωπο τόσο κοντά στην ηλικία μου. Εκείνη ήξερε πολύ περισσότερα από εμένα αλλά ποτέ δεν αισθάνθηκα κατώτερος από αυτή. Η σχέση μας ήταν καταπληκτική. Δεν έχω κλάψει ποτέ άλλοτε όταν αυτή πέθανε.»
Κάπως έτσι χωρίς να το περιμένει ήρθε και ο ρόλος του στο «Βαθύ Γαλάζιο». «Μου είπανε θέλεις να κάνεις έναν ρολάκο. Και δέχτηκα. Γράφτηκαν εκπληκτικές κριτικές. Έχω κάτι και ελπίζω να μην το χάσω ποτέ. Να με ενδιαφέρει το αλφάβητο. Μετά θα φτιάξω τις λέξεις.»

 H Θεσσαλονίκη
Αν και του δόθηκε η ευκαιρία να παραμείνει στο εξωτερικό ο ίδιος δεν σκέφτηκε ποτέ να μην επιστρέψει στην Ελλάδα. «Για μένα δεν θα είχε σημασία. Είχα μάθει από την μητέρα μου ότι αν δεν αγαπάς, δεν σε ενδιαφέρει αυτό που κάνεις, όσο και να πληρώνεσαι και όση καριέρα κι αν κάνεις θα είναι γρατσουνιά. Έχω σπίτι στο Παρίσι όμως το πουλάω τώρα για να είμαι στην Ελλάδα. Η Αθήνα δεν μου αρέσει. Η Θεσσαλονίκη μου αρέσει.  Μου θυμίζει την Αθήνα που ήξερα παλιά. Το πρώτο πράγμα που έκανα όταν ήρθα στην Αθήνα ήταν να πουλήσω το αυτοκίνητο. Για να μπορώ να μπαίνω στο τραμ, στον ηλεκτρικό. Να ξαναζήσω κάτι από αυτά που δεν έζησα όταν έφυγα νεαρός για το Λονδίνο. Γι' αυτό και η απόφαση να πουλήσω το σπίτι στο Παρίσι προήλθε επειδή συνειδητοποίησα πόσο το βαριέμαι. Στο Παρίσι μου έχουν δώσει τίτλους, παράσημα, λες και ήμουν ξέρω γω ποιός. Η Ελλάδα όχι, όμως δεν με πειράζει.»

Ο Αυτοσχεδιασμό του Μάρλον Μπράντο
«Κοιτούσα τον Μάρλον Μπράντο- με τον οποίο στην πορεία γίναμε και φίλοι- να κάνει έναν αυτοσχεδιασμό στα πλαίσια του οποίου έπρεπε να κοιμάται και ξαφνικά να χτυπάει το ξυπνητήρι. Ξαφνικά ξυπνάει, ντύνεται, βάζει την γραβάτα του. Δεν πίστεψα ούτε για μια στιγμή ότι όλα αυτά ήταν σινεμά και όχι πραγματικότητα. Φανταζόμουνα μέχρι και το χρώμα της γραβάτας του. Ξαφνικά γυρίζει και μου λέει "ξέρω Βουτσινά τι θέλεις να μου πεις, το χρώμα της γραβάτας μου ε; Ναι του λέω. Νόμιζες ότι ήταν κόκκινο έ; Έτσι νόμιζα του απαντάω. Θαλασσί ήτανε. Μετά κάνει πως κοιτάζεται στον καθρέφτη, πως κοιτάει το ρολόι , πως καλεί το ασανσέρ, το ασανσέρ δεν έρχεται, κάνει πως κατεβαίνει τις σκάλες χωρίς να υπάρχουν σκάλες… ένιωθα πως παρακολουθούσα κάτι που δεν υπάρχει. Εκεί κατάλαβα ότι το θέατρο δεν είναι να βλέπεις κάτι που σου αρέσει αλλά να βλέπεις κάτι που σου δημιουργεί εικόνες. Εκεί σκέφτηκα την ετοιμολογία της λέξης ηθοποιός. Ήθος +ποιώ. Έχεις δηλαδή ήθος για να δημιουργείς. Όχι τα απαραίτητα. Αλλά τα απαραίτητα που σου ζητάει ο σκηνοθέτης και ό ρόλος σου. Από τότε έγινα ο πιο αγαπημένος μαθητής του Λι Στράσμπεργκ. Πάντοτε μου έλεγε με ποιον να κάνω σκηνές. Νόμιζα ότι ήθελε έτσι να βοηθήσει τους άλλους και όχι εμένα που θα βοηθούσα το άλλο. Έτσι ένιωθα πάντα ότι υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που με ζήλευαν και πολλοί που με εκτιμούσαν και με αγαπούσαν και με αγαπάνε ακόμα. Είμαι πολύ τυχερός που βρέθηκα στην Αμερική εκείνη την εποχή με τόσα σπουδαία ονόματα παρόλο που τα αγγλικά μου δεν ήταν καλά. Βαριόμουνα κάθε τι που μου φαινόταν δύσκολο. Όπως και τα μαθηματικά. Η μητέρα μου μου έλεγε, «έμεινες πάλι στα μαθηματικά; δεν θα πάμε εξοχή, θα διαβάζεις για να περάσεις τις εξετάσεις.»

 Θέατρο : το φροντιστήριο της  ζωής!
«Σήμερα δεν μπορώ να πιστέψω ότι είμαι 78 χρονών. Μετράω τα χρόνια και πάντα βγαίνει τόσο. Τα ενδιαφέροντά μου είναι να δώσω σε έναν άνθρωπο μέσα από το θέατρο να καταλάβει όσα του διαφεύγουν. Το θέατρο είναι ένα φροντιστήριο ζωής. Το κοινό έρχεται και σου μαθαίνει . Δεν μπορώ να σκεφτώ ότι θα πάω θέατρο και δεν θα μάθω κάτι καινούριο , δεν θα ανακαλύψω κάτι που μου ξέφευγε τόσο καιρό. Εγώ νομίζω ότι το θέατρο όταν είσαι πονεμένος. Πιστεύω ότι το θέατρο ανέβηκε όταν βγήκε η τηλεόραση. Γιατί στο θέατρο νιώθω. Η τηλεόραση είναι σαν το γρήγορο φαγητό αλλά δεν συγκρίνεται με το σπιτικό φαγητό. Το θέατρο είναι η προσωπική σου ζωή που δεν έζησες, που δεν ζεις ή που δεν έχεις ζήσει ακόμα. Είναι σαν ένα παραβάν με τρία φύλλα , τρεις εικόνες. Πάντως ακόμα είναι φοβερό πως το θέατρο κρατιέται, παρά την επέλαση του κινηματογράφου και της τηλεόρασης. Σήμερα το κοινό έχει καταλάβει ότι άλλο είναι να γελάσω, άλλο να κλάψω και άλλο κάτι να μου γίνει μάθημα.»

Στην Δέσποινα Ραμαντάνη