«Εκείνο που μας ενδιέφερε να εστιάσουμε πιο πολύ ήταν το ταξίδι ενηλικίωσης της Ευγένας!»
"Girl, you'll be a woman soon Please come take my hand Girl, you'll be a woman soon. Soon, you'll need a man!..." Κάπως έτσι ο Neil Diamond συναντά την Ευγένα του Θεόδωρου Μοντσελέζε και εμείς την νεοσύστατη ομάδα Boy Oh και την Μαγδαληνή Σαββίδου, απόφοιτη σε λίγους μήνες της σχολής Θεάτρου Εμπρός στην πρώτη της ολοκληρωμένη σκηνοθετική απόπειρα στην σκηνική μεταφορά του μύθου της Κουτσοχέρας από την Τρίτη 29 Μαρτίου στο Six Dogs , μεσάνυχτα ακριβώς. Την Ευγένα την συναντάμε σε διάφορες εκδοχές ανά την Ευρώπη από τον 11ο αιώνα κι έπειτα. Είναι έργο του λαϊκού πολιτισμού με επιρροές από το μεσαιωνικό και κρητικό θέατρο (αφού η Ευγένα κυκλοφόρησε εννέα χρόνια μετά την πρώτη έκδοση της «Ερωφίλης» του Χορτάτση στα 1637), γραμμένο σε ζακυνθινή διάλεκτο και αποτελείται από δεκαπεντασύλλαβους ομοιοκατάληκτους στίχους. Ο Μοντσελέζε ήταν Ζακυνθινός , αγνώστων λοιπόν στοιχείων που έγραψε και εξέδωσε την επτανησιακή τραγωδία «Ευγένα» γύρω στα 1646, η οποία ωστόσο παρέμεινε άγνωστη ως το 1962, όταν ο Μάριο Βίτι βρήκε και έφερε στο φως το μοναδικό αντίτυπό της στο Ινστιτούτο Καθολικών στην Ρώμη. Το έργο εκδόθηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό «Θέατρο» του Κώστα Νίτσου (1964) και το 1995 εκδόθηκε και στην Ελλάδα σε επιμέλεια του Μάριο Βίτι και του Τζουζέπε Σπαντάρο. Η πρώτη παρουσίαση της στο θέατρο έγινε από τον Σπύρο Ευαγγελάτο ως λαϊκό παραμύθι το 1997.
Πόσα χρόνια ασχολείσαι με το θέατρο και την σκηνοθεσία.
Από το λύκειο. Πρώτα στις Σέρρες , απ’ όπου κατάγομαι, όπου συμμετείχα σε θεατρικές ομάδες του σχολείου και αργότερα στην Θεσσαλονίκη, όπου παρακολούθησα κάποια θεατρικά εργαστήρια. Στα 20 μου κατέβηκα στην Αθήνα για να σπουδάσω ειδική αγωγή και παράλληλα άρχισα να παρακολουθώ μαθήματα στην Σχολή Θεάτρου Εμπρός, απ’ την οποία πρόκειται να αποφοιτήσω τον Ιούνιο. Με την σκηνοθεσία πειραματιζόμουνα από το πρώτο έτος της σχολής, μέσα από διάφορες εργασίες. Η πρώτη μου απόπειρα στην σκηνοθεσία έγινε από το πρώτο κιόλας έτος της σχολής και τώρα με την «Ευγένα» είμαι πολύ ενθουσιασμένη , όπως και τα παιδιά της Oh Boy.
Μίλησε μου λίγο για την ομάδα.
Το όνομά της προέκυψε τυχαία ακούγοντας το ομώνυμο τραγούδι του Buddy Holly. Οι ηθοποιοί είναι τέσσερις, οι δυο εκ των οποίων είναι συμμαθητές από το Εμπρός και οι άλλοι δυο είναι από την Θεσσαλονίκη, όμως υπάρχουν και αρκετά ακόμα άτομα για τα υπόλοιπα θέματα.
Την «Ευγένα» τι την φέρνει ως τις μέρες μας;
Για να είμαι ειλικρινής πρωτογνώρισα το έργο του Μοντσελέζε στην Σχολή Εμπρός. Έπεσε τυχαία στα χέρια μου όταν μια κοπέλα το έφερε για να το παίξουμε. Έτσι όταν συγκροτήσαμε την ομάδα ήταν ένα από τα έργα που θέλαμε πολύ να ανεβάσουμε. Στην αρχή μας κέρδισε η πλοκή και ο λόγος. Μας ιντριγκάρισε πολύ το ιδιόλεκτο αυτό που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας. Έτσι είπαμε να το δοκιμάσουμε. Είναι ένα πολύ δύσκολο έργο και μολονότι προβληματιστήκαμε πολλές φορές στην πορεία για την επιλογή του. Τελικά το αγαπήσαμε και το κρατήσαμε.
Ο μύθος της κουτσοχέρας λοιπόν!
Ναι είναι ένας μύθος που τον συναντάμε σε πολλές εκδοχές στην Ευρώπη , από τον 11ο αιώνα και μετά, σε διάφορες εκδοχές. Άλλοτε είναι πιο μακάβριος, άλλοτε με πιο έντονο το αιμομικτικό ή το θρησκευτικό στοιχείο. Στην εκδοχή του Μοντσελέζε ούτε το αιμομικτικό στοιχείο είναι ευδιάκριτο ούτε το θρησκευτικό στοιχείο είναι τόσο έντονο. Μολονότι το έργο είναι αφιερωμένο στην Θεοτόκο, ο συγγραφέας ξεκινάει τον Πρόλογο του με έναν φιλόσοφο αντί για έναν άγγελο.
Η υπόθεση του μοιάζει πολύ με παραμύθι. Κεντρικά πρόσωπα ο βασιλιάς , ο Ρήγας που έχει μια κόρη ορφανή από μητέρα, την οποία υπεραγαπά. Το έργο ξεκινά με την αφήγηση του βασιλιά για την μεγάλη αγάπη που έχει στην κόρη του, γεγονός που ξυπνά την ζήλια της δεύτερης γυναίκας του Ρήγα και μητριάς της κόρης του, η οποία αποφασίζει να βγάλει μια για πάντα από την μέση την νεαρή πριγκίπισσα στέλνοντας την στο δάσος, όπου έχει προσλάβει κάποιους να την σκοτώσουν και έπειτα να της κόψουν τα χέρια και να της τα φέρουν ως απόδειξη για να πειστεί. Εκείνοι όμως την τελευταία στιγμή την λυπούνται και απλά της κόβουν τα χέρια και την αφήνουν στο δάσος. Εκεί την βρίσκει ένας όμορφος πρίγκιπας, που την ερωτεύεται και αποφασίζει να την παντρευτεί. Όταν η μητριά μαθαίνει πως η Ευγένα είναι ζωντανή αποφασίζει και πάλι να την σκοτώσει όμως αποτυγχάνει και δεύτερη φορά, η πριγκίπισσα επιστρέφει στο σπίτι μαζί με το πριγκιπόπουλο και αποκαλύπτεται η αλήθεια.
Όσον αφορά στην γλώσσα που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας έχει γίνει κάποια επεξεργασία, ώστε να έρχεται το έργο με μια άλλη απόδοση στο σήμερα;
Γενικά το θέμα της γλώσσας ήταν κάτι που μας προβλημάτισε γιατί αρχικά αποφασίσαμε να το δουλέψουμε στο τραπέζι , που λέμε. Και αυτό είναι κάτι που γενικά σαν ομάδα δεν το προτιμάμε πολύ. Έτσι θελήσαμε να δοκιμάσουμε και διαφορετικές προσεγγίσεις προσπαθώντας να ανακαλύψουμε τρόπους για να σπάσουμε λιγάκι αυτό το λόγο δουλεύοντας το σωματικά. Από κει και πέρα το πρωτότυπο κείμενο του Μοντσελέζε , που το είχε φέρει πρώτος στη επιφάνεια ο Μάριο Βίτι, είναι αρκετά δύσκολο, γι αυτό και εμείς προτιμήσαμε την εκδοχή του Ευαγγελάτου, που πρωτοανέβασε την Ευγένα στο Αμφιθέατρο και έχει κάνει μια εξαιρετική πραγματικά δουλειά, στην οποία μπορούμε να βασιστούμε και εμείς σήμερα. Μάλιστα επικοινωνήσαμε μαζί του και του ζητήσαμε την άδεια του να χρησιμοποιήσουμε την διασκευή που είχε κάνει, στο πλαίσιο της οποίας είχαν αφαιρεθεί κάποια κομμάτια , τα οποία ήταν δύσκολο να αποδοθούν σκηνικά, όπως και ορισμένες λέξεις και έχουν γίνει και περίπου είκοσι προσθήκες , που κάνουν πιο κατανοητή την ιστορία.
Σκηνοθετικά το κείμενο πως έρχεται να ταιριάξει με την σημερινή εποχή;
Η αλήθεια είναι ότι ως ομάδα παίρνοντας αυτό το κείμενο δεν θα σκεφτόμαστε ποτέ να ανεβάσουμε ένα έργο εποχής. Θέλαμε να κάνουμε κάτι που να ξεκινάει από μας, οπότε και η σκηνική απόδοση του μύθου και του έργου συνδιαμορφώθηκε από την ομάδα και επειδή όλοι μας είμαστε εκεί γύρω στα 25-27, μπορώ να πω ότι εκείνο στο οποίο μας ενδιέφερε να εστιάσουμε πιο πολύ ήταν αυτό το ταξίδι της ενηλικίωσης της Ευγένας. Δεν ξεκινήσαμε βάζοντας το έργο σε μια συγκεκριμένη εποχή. Το ορίσαμε πιο πολύ σαν ένα δικό μας χώρο, ένα δικό μας παλάτι , ένα δικό μας δάσος και μια δική μας Περσία (γιατί η Ευγένα αργότερα καταλήγει στην Περσία). Η δική μας Περσία για παράδειγμα έχει κάποια στοιχεία τσίρκου και ανεμελίας, ενώ στο Παλάτι τα πράγματα είναι πιο στημένα, τα φώτα είναι πιο σκληρά, τα κοστούμια πιο αυστηρά. Επίσης η Ευγένα για τον πατέρα της είναι μια κούκλα. Δεν έχει ανθρώπινη προσωπικότητα, δεν κουνιέται ούτε μιλάει κανονικά και έχει όλες τις αξίες που της έχει εμφυσήσει ο πατέρας της. Βέβαια όλα αυτά αλλάζουν στην πορεία. Γενικότερα έχουμε κάνει κάποιες αλλαγές στο έργο όχι στο λόγο όσο σε κάποιες σκηνές και κάποιους ρόλους που έχουν αφαιρεθεί. Νομίζω ότι εκείνο που βγαίνει τελικά είναι η ανάγκη να ξεπεράσει κανείς το παρελθόν και όλα όσα νόμιζε πως ήταν σωστά ,επειδή έτσι είχε μάθει και να πάρει την ζωή στα χέρια του για να μπορέσει να συνεχίσει και να γίνει ανεξάρτητη.
Πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι αυτή η βουτιά κατευθείαν στα βαθιά νερά της σκηνοθεσίας;
Δυστυχώς δεν υπάρχουν σχολές σκηνοθεσίας , για κάποιον που θα ήθελε να ασχοληθεί αποκλειστικά με αυτό. Από την άλλη όμως θεωρώ ότι είναι καλό για έναν σκηνοθέτη να έχει περάσει τουλάχιστον από μια δραματική σχολή ή από το επάγγελμα του ηθοποιού. Από κει και πέρα δεν ξέρω αν υπάρχει κάποια συνταγή για να γίνει κανείς επιτυχημένος σκηνοθέτης. Δεν είναι απαραίτητο να έχεις φάει το θέατρο και την ζωή με το κουτάλι για να μπορέσεις να σκηνοθετήσεις γιατί μπορεί και το αντίθετο να έχει ένα πολύ καλό αποτέλεσμα. Δεν θεωρώ ότι η έλλειψη εμπειρίας θα πρέπει να στέκεται εμπόδιο σε έναν νέο άνθρωπο να δοκιμάσει τις δυνάμεις του στην σκηνοθεσία. Πιστεύω ότι όλοι μπορούν να πετύχουν και θεωρώ ότι και μόνο το γεγονός ότι νέοι άνθρωποι έχουν τόση όρεξη να δημιουργήσουν μέσα στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα, λέει πολλά από μόνο του.