Δεν θέλω μήτε να καθοδηγήσω μήτε να βελτιώσω μήτε να απομακρύνω τους ανθρώπους από την ανία. Θέλω να φέρω την ποίηση στη δραματουργία, μια ποίηση που πέρασε μέσα από το κενό και κάνει μια καινούργια αρχή σε έναν καινούργιο χώρο. - Σ. Μπέκετ
Το κείμενο του Μπέκετ γραμμένο στα 1960 παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο Cherry Lane Theater της Νέας Υόρκης στις 17 Σεπτεμβρίου 1961 και επιστρέφει έκτοτε διαρκώς σε σκηνικά ανεβάσματα σε όλο τον κόσμο. Σχεδόν ως «θεατρικό άλυτο». Η Γουίνυ ενταφιασμένη ως επάνω από τη μέση της, στο κέντρο ενός τύμβου είναι το πρώτο θηλυκό θεατρικό προσωπείο του συγγραφέα που εξαντλεί όλες τις συγγραφικές δυνατότητες στην αναζήτηση μιας γλώσσας του Υποκειμένου. Μια φωνή μονολογεί. Αυτή είναι η ελάχιστη μονάδα μέτρησης της ύπαρξης στα κείμενα του Μπέκετ. Η Γουίνυ μονολογεί και διαρκώς αναζητά μια επιβεβαίωση από τον Γουίλυ πως είναι εκεί και την ακούει. Άρα θα υπάρχει. Άρα θα υπάρχουν. Η Γουίνυ και ο Γουίλυ είναι το ποιητικό δίπολο των «Ευτυχισμένων Ημερών» που συνθέτει την ενότητά του μέσα σ’ έναν χώρο επινοημένο από τον συγγραφέα στην προσπάθειά του να αποτυπώσει το πιο τρομερό πράγμα που θα μπορούσε να σου συμβεί. Όμως η Γουίνυ επινοεί διαρκώς τρόπους για να βγάλει τη μέρα της. Κι όταν νιώθει πως η γη τη ρουφά προς τα κάτω εκείνη τραγουδά.
Εικόνα πουλιού που έχουν βαρύνει τα φτερά του. «Και τώρα;» «Οι λέξεις σ’ εγκαταλείπουν, είναι φορές που κι αυτές ακόμη σ’ εγκαταλείπουν.» «Και τώρα; Και τώρα Γουίλυ;» Η Γουίνυ, ελαφριά, αέρινη, πλάσμα εφήμερο του αιθέρα τραγουδά το τραγούδι της χωμένη στη γη ως τη μέση της. Την πρώτη μέρα. Ως το λαιμό τη δεύτερη. Από θέμα σε θέμα με το φόβο του κενού που διαρκώς καραδοκεί. Παύση. Μακρά Παύση. Μέγιστη Παύση. Κάτω από έναν καταραμένο ήλιο ανάγει τη ζωή σε γλώσσα και γέλιο. «Να γελάς τρελά… τάτα και τάτα να γελάς τρελλά μέσα στην πιο σκληρή οδύνη». Ποιος ακούει το γλυκό κελαηδισμό του πουλιού; Ο Γουίλυ. «Ποιος Γουίλυ;» Ο δικός της ο Γουίλυ! Οι «Ευτυχισμένες Μέρες», ένα θεατρικό έργο ποιητικής συμμετρίας και ανάπτυξη φούγκας που δεν τελεσφορεί παρά μόνο ως όνειρο φυγής. Ένας ρόλος σπάνιος για να αχνοφέγγει το πρόσωπο της ηθοποιού πίσω από το προσωπείο της Γουίνυ. Η Όλια και η Γουίνυ Μπεκετική διπλοτυπία.
Μετάφραση: Διονύσης Καψάλης
Σκηνοθεσία: Σύλβια Λιούλιου
Δραματουργία: Νίκος Φλέσσας – Σύλβια Λιούλιου
Σκηνικά - Κοστούμια: Άγγελος Μέντης
Επιμέλεια Κίνησης: Αγγελική Στελλάτου
Ηχητική Σύνθεση: Γιώργος Πούλιος
Φωτισμοί: Δημήτρης Κασιμάτης
Παίζουν: Όλια Λαζαρίδου, Άγγελος Σκασίλας
Φωτογραφίες: Σπύρος Στάβερης