Pages

Ενθουσίασε η Έρημος του Θεόδωρου Τερζόπουλου στο Ελαιουργείο της Ελευσίνας στο πλαίσιο των Αισχυλίων 2011

Σε παρατεταμένα "μπράβο" ξέσπασε το κοινό αμέσως μετά το τέλος της παράστασης "Έρημος" του Κάρλο Μίκελστέτερ, σε σκηνοθεσία Θεόδωρου Τερζόπουλου, που παρουσιάστηκε χθες στο Παλαιό Ελαιουργείο της Ελευσίνας στο πλαίσιο των φετινών Αισχυλίων, αποθεώνοντας τον Πάολο Μουζίο για την συγκλονιστική του ερμηνεία.

Η παράσταση που άργησε γύρω στην μισή ώρα να ξεκινήσει λόγω κυκλοφοριακών προβλημάτων εξαιτίας της μεγάλης και καθυστερημένης προσέλευσης του κοινού, άφησε τελικά τις καλύτερες εντυπώσεις στο κοινό που γέμισε ασφυκτικά το θέατρο για να παρακολουθήσει το έργο του αυτόχειρα Κάρλο Μίκελστέτερ , που στα 23 του χρόνια έδωσε τέρμα στην ζωή του αφού τελείωσε την πτυχιακή του εργασία με τον Τίτλο Πειθώ και Ρητορική , η οποία κυκλοφόρησε μαζί με τις Κριτικές Επιφυλλίδες το 1995. 


Όρθιος μπροστά στο κοινό, πατώντας ξυπόλυτος στο χώμα και φορώντας ένα μαύρο φθαρμένο κοστούμι, ο Πάολο Μουζίο πήρε την θέση του στην μέση της σκηνής  με τα ερειπωμένα κτίρια του Ελαιουργείου να αποτελούν το μοναδικό σκηνικό  και  τους δυνατούς προβολείς να φωτιζούν σκληρά το πρόσωπό του. Απέναντι του καθιστός ο σκηνοθέτης και συμπρωταγωνιστής του Θεόδωρος Τερζόπουλος, σε ρόλο συνομιλητή με την απελπισμένη φωνή του ανθρώπου, που αρθρώνεται αρχικά ακατάληπτα, ώσπου παίρνει μορφή και απαγγέλλει στα ιταλικά τους πρώτους στίχους του έργου του ποιητή.
Έχοντας τέλειο έλεγχο πάνω στα εκφραστικά του μέσα ο Μουζίο καταφέρνει αν και σε μια ξένη γλώσσα να απλώσει γύρω μας το τοπίο της ματαιότητας, της μοναξιάς και της ερημιάς του σύγχρονου ανθρώπου που ξεπηδά μέσα από το φιλοσοφικό και ποιητικό κείμενο του Μικελστέτερ, πιο επίκαιρο από ποτέ κι ας έχει γραφτεί 100 χρόνια πιο πριν. 
Με βλέμμα χαμένο σε κάποια παράξενη διάσταση και τα άκρα του να ακουμπούν διαρκώς το πρόσωπό του  ακολουθώντας πολλές φορές φρενήρης ρυθμούς επιτυγχάνοντας ένα είδος έκστασης, ο ηθοποιός ξεσπά σε ένα γλωσσικό παραλήρημα που καταλήγει στο σπαρακτικό "Ελελεύ" του  Τερζόπουλου, ο οποίος πότε πότε παρεμβαίνει για να απαγγείλει αποσπάσματα από το έργο στα ελληνικά.  Το σώμα του στάζει πόνο και οι κινήσεις παραπέμπουν συνειρμικά στο χώρο του συλλογικού ασυνειδήτου. Προσπαθώντας να παράξει λόγο, χειρονομίες, θεσμούς. Οι προσπάθειες του ακυρώνονται από την ατέλεια της ζωής. Τα λόγια του πέφτουν στο κενό. Η ζωή του είναι μια διαρκής πορεία προς το θάνατο. Ζει για να ζει. Από φόβο μην πεθάνει. Όμως "όποιος φοβάται την ζωή είναι ήδη νεκρός", λέει ο Μικελστέτερ. Ακροβατώντας διαρκώς με προσοχή ανάμεσα στην ζωή και τον θάνατο μέσα από το πάντρεμα λόγου και σώματος , ο καταξιωμένος  Ιταλός ηθοποιός, εξερευνά την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης μέσα από το τελετουργικό θέατρο του Ιδρυτή του Θεάτρου Άττις δίνοντας εν τέλη θεατρικότητα στο λόγο του ποιητή.
Ο ιδιότυπος δεκαπενταμελής χορός συνοδεύει το λόγο με ένα παραδοσιακό ηπειρώτικο μοιρολόι, στο ύφος των τραγουδιών της τάβλας που μιλούν για την ξενιτιά, την μοναξιά και την απώλεια. Η φιλοσοφία της δύσης ακουμπά στις ρίζες της ελληνικής παράδοσης συνθέτοντας όλες μαζί ένα ταξίδι στην μνήμη και στην λήθη, στο φως και στο σκοτάδι, στην αρχή και στο τέλος, στην Πειθώ και στην Έρημο. 
Παρά την ενθουσιώδη υποδοχή του κοινού δεν έλειψαν και οι αποχωρίσεις μερίδας των θεατών , προφανώς μη-μυημένων στο θέατρο του Τερζόπουλου που ενδεχομένως κουράστηκαν από την απαγγελία του λόγου στα Ιταλικά και εγκατέλειψαν το θέατρο πριν το τέλος της παράστασης.