Pages

"Για μια Φούχτα Μπάμιες"


«Για μια
φούχτα
μπάμιες!»



Μια φορά κι έναν καιρό
ήταν ένα κορίτσι που λεγό-
ταν Κοκκινοσκουφίτσα και
ξεκίνησε να επισκεφτεί την
άρρωστη γιαγιά της, όταν
για κακή της τύχη
συνάντησε τον κακό τον
λύκο! Cut! Οι εποχές έχουν
αλλάξει. Οι ρόλοι έχουν αντι-
στραφεί. Οι παλιοί θύτες
γίνονται θύματα και η ανα-
τροπή των ισορροπιών στις
συνθήκες συμβίωσης και
επιβίωσης των όντων στο
σύγχρονο οικοσύστημα επι-
βάλλουν μια νέα ανάγνωση
των μύθων. Έτσι η Κοκκινο-
σκουφίτσα του 21ου αιώνα
δεν είναι ένα αθώο και
εύθραυστο πλάσμα, αλλά
μια δυναμική νεαρή με γνώ-
σεις ζίου ζίτσου και μηχα -
νάκι για τις μετακινήσεις
της, ενώ οι φτωχοί λύκοι του ερη-
μωμένου δάσους καλούνται
με αντιμισθία «μια φούχτα
μπάμιες» να γίνουν σεκιου-
ριτάδες στη φυτεία του
κυνηγού μπαμπά της. Μετά
τα «Τρία μικρά λυκάκια»,
όπου ο Ευγένιος Τριβιζάς
αναποδογύρισε τον μύθο,
κάνοντάς τα best seller στην
Αμερική, ο εθνικός μας
παραμυθάς ανατρέπει το
στερεότυπο του καλού και
του κακού, θέλοντας να
ευαισθητοποιήσει τους
μικρούς θεατές γύρω από
τον κίνδυνο της ολοκληρωτι-
κής αλλοίωσης του πλανήτη.
Μιλώντας για το νέο του
έργο, οι παραστάσεις του
οποίου συνεχίζονται σε σκη-
νοθεσία Κώστα Φαρμασώνη
και γιορτάζουν την Αποκριά
με άφθονες σερπαντίνες και
κομφετί, ο ίδιος μας είπε: «H
ρήση “ήρθανε τα άγρια να
διώξουν τα ήμερα” έχει αντι-
στραφεί στις μέρες μας.
Εμείς, τα δήθεν ήμερα,
εκδιώκουμε τα άγρια, με τα
οποία μοιραζόμασταν,
αιώνες τώρα, τον πλανήτη.
Και το πράττουμε αποτελε-
σματικά, συστηματικά, ανε-
λέητα, πολλές φορές μέχρι
ολοκληρωτικού αφανισμού
τους. Παραδοσιακά η ενσάρ-
κωση του κακού ήταν οι
λύκοι. Στην εποχή μας
αλλού πρέπει να
αναζητήσουμε τις πηγές
του».


Δέσποινα Ραμαντάνη
Metro, 12/02/2010

Συνέντευξη με τον Βαρδή Μαρινάκη

"Ταξίδι στο όνειρο μέσα από το
Μαύρο Λιβάδι της ελευθερίας..."



H έναρξη της συνομιλίας μας,
μια ανάσα πριν από την επί-
σημη πρεμιέρα της πρώτης
μεγάλου μήκους ταινίας
του, «Μαύρο λιβάδι», στις κινη-
ματογραφικές αίθουσες, συμ-
πίπτει με τα εγκαίνια της έκθε-
σης με φωτογραφικό υλικό
από την ταινία που φιλοξενεί-
ται από την Τετάρτη (10/2) και
για τρεις βδομάδες στο κτίριο
της Ταινιοθήκης. Από την άλλη
άκρη του τηλεφώνου, ο σκηνο-
θέτης Βαρδής Μαρινάκης μάς
ξεναγεί νοερά στους χώρους
της έκθεσης, ξετυλίγοντας
παράλληλα το χρονικό της
προσωπικής του απόδρασης
από την επαγγελματική ασφά-
λεια που προσδίδει η επιστη-
μονική γνώση στην ελευθερία
της καλλιτεχνικής έκφρασης
μέσα από τη σκηνοθεσία.


Από το Πολυτεχνείο, όπου
αποφοίτησε με ειδίκευση στη
Συγκοινωνιολογία, ως το National
Film School του Λονδί νου,
με καθηγητή τον Stephen Frears,
την πρώτη του διάκριση
στο Φεστιβάλ Μπέλο Οριζόντε
το 2002 και τη δεύτερη τρία
χρόνια μετά, στο Λοκάρνο, έως
το σκηνοθετικό «σάλτο μορ-
τάλε» από τις μικρού μή κους
ταινίες σε ένα δράμα εποχής, ο
δρόμος ήταν μακρύς, αλλά το
πάθος και η αγάπη του γι’
αυτή τη δουλειά τον δικαίω-
σαν.
Η ιστορία των γενίτσαρων
διέγειρε από παιδί τη
φαντασία του και το τραγούδι
«Blackfield» του έδωσε την
έμπνευ ση για τον τίτλο της
φιλόδοξης αυτής παραγωγής,
που γυρίστηκε σε μόλις 35
μέρες και τοποθετείται χρονικά
στο 1654. «Είναι αλήθεια ότι το
πέρασμα από τις μικρές στις
μεγάλου μήκους ταινίες δημι-
ουργεί έναν φόβο, που με
μπλόκαρε δημιουργικά για 1-
2 χρόνια. Το ξεπέρασα κάνο-
ντας μια ταινία μικρού
μήκους, και έπειτα αποφάσισα
να καταπιαστώ με κάτι πολύ
μεγάλο. Έτσι βρέθηκα να σκη-
νοθετώ σκηνές που παρακο-
λουθούμε σε αμερικάνικες ή
ευρωπαϊκές ταινίες, όπου ήταν
δύσκολος ο χειρισμός τόσο του
μεγέθους των σκηνών όσο και
της εποχής. Βέβαια, προσπα-
θήσαμε να αποφύγουμε θεα-
τρικότητες στις ερμηνείες και
βαρυφορτωμένα σκηνικά και
κοστούμια». Διατηρώντας
ευρωπαϊκή αισθητική και
νατουραλιστικό σκηνοθετικό
στυλ, η ιστορία ξεκινά όταν
ένας γενίτσαρος (Χρήστος Πασ-
σαλής) σωριάζεται τραυματι-
σμένος μπροστά στην πύλη
ενός γυναικείου μοναστηριού,
όπου τον περιθάλπει η Ανθή
(Σοφία Γεωργοβασίλη), μια
νεαρή μοναχή που διένυσε τον
ιερατικό της βίο ως κορίτσι για
να γλιτώσει το παιδομάζωμα,
ενώ στην πραγματικότητα είναι
αγόρι. «Στην ταινία υπάρχει η
αίσθηση ότι πρόκειται για ένα
αμφίφυλο πλάσμα, κάτι που
ως επιλογή συνδέεται με την
καλλιτεχνική μου συνάντηση
με τη Σοφία κατά τη διάρκεια
του κάστινγκ. Πιστεύω όμως
ότι ένα αγόρι δεν θα έβγαζε
κάτι αντίστοιχο». Όσο για τον
Χρήστο, «έκανε εντατικό
γυμναστήριο, με personal trainer
για 3 μήνες, αλλάζοντας
εντελώς τη σωματική του διά-
πλαση, στην οποία επανήλθε
αμέσως μετά για τις ανάγκες
του “Κυνόδοντα”».
Το φυσικό και το ψυχολο-
γικό τοπίο πάντως συνα ντιού -
νται συμβολικά στην ταινία ως
εκεί που η φύση και ο άνθρω-
πος γίνονται ένα, διαφεύγον-
τας προς το ιδανικό της ελευ-
θερίας!


ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΡΑΜΑΝΤΑΝΗ
Μetro, 12/02/2010