Pages

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗΝ ΓΙΑΣΕΜΗ ΚΗΛΑΪΔΟΝΗ

"Kαθένας αντιμετώπιζει πολλούς Αθα στη ζωή του!"


Μια από τις σημαντικότερες νεαρές πρωταγωνίστριες του Ελληνικού θεάτρου απέναντί σε δεκαεννέα ρόλους και όλους τους Αθά της ζωής μας!

Μαράν Αθά θα πει «Ο Κύριος είναι κοντά» για να τιμωρήσει τα όσα ανόσια και βλάσφημα έπραξες. «Καθένας μας αντιμετωπίζει πολλούς Αθά στην ζωή του, με την έννοια των μορφών εξουσίας με τις οποίες ερχόμαστε καθημερινά σε σύγκρουση»,  μας λέει η Γιασεμή Κηλαϊδόνη, που αυτό το χειμώνα δίνει ένα ρεσιτάλ ερμηνείας ακροβατώντας κυριολεκτικά πάνω σε τεντωμένο σκοινί και αποσπώντας το θερμότερο χειροκρότημα των θεατών που παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα την ιστορία έρωτα και τιμωρίας ενός 90χρονου πια μοναχού που αφού δοκίμασε τον απαγορευμένο καρπό του έρωτα, βίωσε τον ιερατικό βίο ως εξορία με μόνη διέξοδο τις αναμνήσεις του και μόνη λύτρωση την γραφή.

Με γλώσσα που αποτελεί ουσιαστικά μια μείξη θεσσαλικής ντοπιολαλιάς και εκκλησιαστικής καθαρεύουσας, το έργο του Θωμά Ψύρρα αποτελεί, όπως λέει, ένα βαθύτατα λαϊκό κείμενο, που αφορά στην αέναη πάλη ανάμεσα στα δυο φύλα ταξιδεύοντας το κοινό με σπάνια ακρίβεια στο άβατο της γυναικείας ψυχοσύνθεσης, στοιχεία που την κέντρισαν στην επιλογή αυτού του έργου. Αντιμετωπίζοντας  την πρόκληση της ζωντανής μετάβασης από τον έναν ρόλο στον άλλο, χωρίς κανένα εξωτερικό εργαλείο εκτός από την εκφορά του λόγου και ελάχιστες χειρονομίες που εξελίσσονται σε κινητικά μοτίβα, η ίδια μιλά για μια πρωτόγνωρη εμπειρία που ζει για πρώτη φορά στα δέκα χρόνια της πορείας της στο θέατρο, το οποίο πολλές φορές στάθηκε για εκείνη ο δικός της Μαράν Αθά χωρίς να έχει καταφέρει να ακολουθήσει πάντοτε τον δύσκολο δρόμο της φυγής.

Δέσποινα Ραμαντάνη
Metro, Τρίτη 01/12/2009

Τατιάνα Λύγαρη : Το Κολιέ της Ελένης


Το Κολιέ της Ελένης ”


*Στο ζεύγμα Ανατολής – Δύσης ένα συγκινητικό έργο από την Carole Frechette για την προσμονή και την Ιθάκη της Απώλειας!*


Σε μια αόρατη κλωστή στερεωμένες όλες της οι βεβαιότητες και συνάμα όλες της οι ψευδαισθήσεις! Ο μόνος λόγος για να τις χάσει είναι για να τις ανακαλύψει απ’ την αρχή μέσα στο σύννεφο της  σκόνης  και στα ερείπια μιας ζεστής, πολύβουης και χαοτικής πόλης της Μέσης Ανατολής. Αυτό το χειμώνα η Τατιάνα Λύγαρη (Ελένη) επανέρχεται στην θεατρική σκηνή του Τρένου στο Ρούφ , ακολουθώντας μαζί με την Ανατολή Αθανασιάδου (Σάρα) και τον Βαγγέλη Ρόκο (Ναμπίλ) τα ίχνη μιας γυναίκας που αναζητά το  μαργαριταρένιο της κολιέ, ως εκεί όπου κάθε του πέρλα γίνεται βλέμμα και συναντά το δικό της καταλήγοντας πάντα στην ίδια πικρή διαπίστωση: «δεν μπορούμε πια να ζούμε έτσι…».
Είχε τρία χρόνια να πρωταγωνιστήσει σε κάποιο έργο. Όλο αυτό το διάστημα σκηνοθετούσε παραστάσεις στο Τρένο στο Ρούφ, όμως έψαχνε έναν ρόλο που να την κάνει να αισθανθεί ότι θέλει να τον επικοινωνεί στο κόσμο έναν ολόκληρο χειμώνα. Και το έργο αυτό ήρθε την κατάλληλη στιγμή για την μεγάλη κυρία του ελληνικού θεάτρου :«Έψαχνα κάτι να τους πω. Να τους δώσω δύναμη μέσα στις τόσο δύσκολες καταστάσεις που ζούμε και την αγωνία που νιώθουμε όλοι πια. Πίστεψα πραγματικά ότι η Ελένη θα μπορούσα να είμαι εγώ και ο οποιοσδήποτε από εμάς. Η Ελένη είμαστε εμείς.» Γι αυτό και η ίδια θέλησε να ακολουθήσει τα βήματα της ηρωίδας αλλά και της συγγραφέως στο ταξίδι που πραγματοποίησε αυτό το καλοκαίρι στην Βυρηττό. «Ήταν μια συγκλονιστική εμπειρία. Όσα είδε και άκουσε η συγγραφέας είχαν μείνει ίδια όπως δέκα χρόνια πριν. Όλα εκτός από την φράση που την σημάδεψε ακούγοντας τη σε κάποιο προσφυγικό καταυλισμό και αποτυπώνεται στην παράσταση ως αδιάψευστη μαρτυρία: «Κάντε κάτι για μας!»


Δέσποινα Ραμαντάνη
Metro, 20/11/2009

Μoses Pendleton

«Ψευδαίσθηση ή Πραγματικότητα;»


Στο μυαλό του χορογράφου των αισθήσεων  Moses Pendleton λίγες μέρες πριν οι αέρινες φιγούρες των Momix λυγίσουν τα όρια της φαντασίας μας σε ένα υπερβατικό Best of Momix Show!


Τον έχουν χαρακτηρίσει «παραβάτη του νόμου της βαρύτητας» και «αλχημιστή των ψευδαισθήσεων» ο ίδιος όμως θα περιέγραφε τον εαυτό του ως «το μυαλό που λυγίζει τα σώματα» των χορευτών- θαυματοποιών κάνοντας το βήμα μας λιγάκι πιο ελαφρύ μετά το τέλος κάθε παράστασης. Αυτή τη φορά ο σκηνοθέτης, χορογράφος, ιδρυτής και καλλιτεχνικός διευθυντής των MOses- MIXture επιστρέφει από την 1-6 Δεκεμβρίου στην σκηνή του Παλλάς για να ένα αισθητικό ταξίδι στην τέχνη και την ιστορία της περίφημης ομάδας αθλητικού χορού μέσα από τις καλύτερες στιγμές των παραστάσεων που τους καθιέρωσαν στην συνείδηση του ελληνικού κοινού, όπως τα “Momix Classic”, “Orbit”, “Opus Cactus” & “Lunear Sea” αλλά και ένα μικρό απόσπασμα σε παγκόσμια  πρώτη από την νέα του δουλειά με τίτλο Botanica που θα παρουσιαστεί τον Οκτώβρη του 2010 στην Νέα Υόρκη και ακούει στο όνομα Aqua Flora!


«Το “Botanica” αποτελεί μια εξερεύνηση στον κόσμο των φυτών, των δέντρων, των πτηνών και στο βασίλειο της μυστικής ζωής των μελισσών. Πρόκειται για ένα ταξίδι στις τέσσερις εποχές του χρόνου υπό τους ήχους της μουσικής του Vivaldi, μέρος του οποίου είναι το σόλο Aqua Flora.»  Γεννημένος το 1967 στην επαρχία του Βόρειου Βερμόντ ο Pendleton εξομολογείται το πάθος του για την φύση που γέννησε και την ιδέα του Botanica ή του ελιξίριου της ζωής στην μάχη εναντίον της μελαγχολίας: «Όσο πιο σύντομα αντιληφθούμε ότι θα πρέπει να αποκαταστήσουμε την επαφή μας με το περιβάλλον που μας διατηρεί ζωντανούς, τόσο το καλύτερο. Με αυτή την έννοια το σόου έχει και μια  οικολογική διάσταση και αποτελεί μέρος μιας παγκόσμιας κίνησης για μεγαλύτερη περιβαλλοντική ευαισθησία».


Δέσποινα Ραμαντάνη
Metro, Παρασκευή 20/11/2009

Συνέντευξη με τον Ανδρέα Βουτσινά

*Ο διεθνούς φήμης σκηνοθέτης και αγαπημένος μαθητής της ζωής και του Λί Στράσμπεργκ ξεφυλλίζει μαζί μας τα σημαντικότερα κεφάλαια της ζωής του!*


«Γράψτα όπως τα άκουσες...» μου λέει  λίγο πριν το τέλος της συνέντευξης  μας στο φουαγιέ του θεάτρου που πριν λίγο καιρό πήρε το όνομά του: «Και μόνο που πηγαίνω σε ένα θέατρο που λέγεται Ανδρέας Βουτσινάς  νιώθω πολύ συγκινημένος» λέει ό ίδιος, επιστρέφοντας  μετά από  δέκα χρόνια απουσίας από τα Αθηναϊκά θεατρικά δρώμενα με το έργο το «Επάγγελμα της Κυρίας Γουόρεν».  Στο 78ο έτος της ηλικίας του και έχοντας σκηνοθετήσει μέχρι σήμερα πάνω από 100 θεατρικά έργα είναι η πρώτη φορά που αισθάνεται ότι σκηνοθετεί μια παιδική ανάμνηση μιας προσωπικής του εμπειρίας.  
Τα χρόνια του στο ιδιωτικό σχολείο της κατοχικής Αθήνας και οι αναμνήσεις από τη γειτονιά του στην οδό Φωκίωνος Νέγρη, μπλέκονται με τα πρόσωπα της γιαγιάς Κλεοπάτρας, της θείας Νίνας, και φυσικά της μητέρας του, της γυναίκας που του έμαθε να σέβεται τη διαφορετικότητα , να πιστεύει στην ισότητα των δυο φύλων και να μην ξεχνά πως «κάθε δάχτυλο αφήνει το δικό του αποτύπωμα»  όπως κι εκείνη άφησε το δικό της στην ζωή και την τέχνη του.
Στα 75 λεπτά της συζήτησής μας ζωντανεύουν εικόνες από την αντίδραση του Κουν όταν χτυπώντας για πρώτη φορά την πόρτα του μικρού του γραφείου στο Υπόγειο του θεάτρου Τέχνης, του εξομολογήθηκε το όνειρό του να παίξει ένα ρόλο χωρίς να φαίνεται πως είναι αυτός που παίζει, το κλίμα στο Old Vic Theater και τον 20λεπτο αυτοσχεδιασμό του Μάρλο Μπράντο, όταν οι δυο τους διαφώνησαν για το χρώμα μιας γραβάτας. Ήταν ένας από τους 6 σε σύνολο 5000 υποψηφίων  που πέρασαν στο Αctors Studio το 1957, εργάστηκε στα μεγαλύτερα θέατρα του κόσμου,  συνεργάστηκε με κορυφαίους εκπροσώπους της 7 τέχνης, όπως οι  Μελ Μπρούκς , Ζιλ Ντασέν , Λικ Μπεσόν και έκλαψε όσο για κανέναν άνθρωπο στην ζωή του, για τον χαμό της στενής και πολύαγαπημένης φίλης του Αν Μπάνκροφτ. Μολονότι εδώ και χρόνια μοιράζει την ζωή του ανάμεσα σε Θεσσαλονίκη και Παρίσι, διδάσκοντας υποκριτική, σήμερα φαίνεται αποφασισμένος εγκατασταθεί οριστικά στην Ελλάδα θέλοντας να μεταδώσει στους μαθητές όσα του δίδαξε επί τόσα χρόνια το φροντιστήριο της ζωής, όπως ο ίδιος αποκαλεί το θέατρο!


Δέσποινα Ραμαντάνη
Metro, Παρασκευή 6/11/2009

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΑΡΜΕΝΗ

«Είμαι οπαδός της αφαίρεσης, όχι του πολλαπλασιασμού…»

Είναι ίσως ένας από τους τελευταίους ρομαντικούς του λαϊκού θεάτρου, έτσι όπως το έμαθε και το βίωσε για είκοσι δύο χρόνια δίπλα στο μεγάλο του δάσκαλο Κάρολο Κουν. Η κληρονομιά που του άφησε βαριά όμως εκείνος την κουβαλάει πρόθυμα, αφοσιωμένος στην αποστολή του για σαράντα χρόνια. «Αλήθεια, πίστη, δουλειά» συμβουλεύει τους μαθητές του στην σχολή του Νεοελληνικού Θεάτρου, που φέτος συμπληρώνει τα δέκα του χρόνια στο νεοκλασικό κτίριο της οδού Τρικούπη στα Εξάρχεια, «όμως εκείνοι βιάζονται…» μας λέει! «Αν ζούσε ο Κουν σήμερα , δεν θα μπορούσαν να συνυπάρξουν… Ήθελε πίστη και θυσίες.» Μπορεί να έχουν περάσει χρόνια από τότε που έφυγε από την ζωή, όμως είναι παρόν σε κάθε του λέξη, όπως και στις ασπρόμαυρες φωτογραφίες που αφηγούνται μια παράλληλη ιστορία απ’ όσα πήρε και όσα χάρισε στο θέατρο Τέχνης. Η συζήτησή της μας γύρω από την νέα του παράσταση «Ο άνθρωπος, το κτήνος και η αρετή» και το αντιφατικό θέατρο του Πιραντέλο μας οδηγεί μοιραία στα χρόνια εκείνα που σημάδεψαν την ζωή του, τον τρόπο σκέψης του και τον τρόπο που πορεύεται στο θέατρο!

Ο Πιραντέλο, ο άνθρωπος, το κτήνος και η αρετή ! «Πάντοτε με γοήτευε ο Πιραντέλο και ήθελα να μπω μέσα σε αυτόν το περίεργο αντιφατικό κόσμο του. Είναι ένας φιλόσοφος  του θεάτρου, τα έργα του οποίου εμβαθύνουν πάντοτε στον ψυχικό κόσμο του.  Επίσης ως θέατρο είναι στο στοιχείο μου και ως προς το περιεχόμενο και ως προς τους ρυθμούς του. Αν κάτι με εκφράζει είναι η κίνηση, το βιωματικό θέατρο, το θέατρο που ξεπηδάει μέσα από τον ηθοποιό, όπως το νερό που αναβλύζει από την γη. Είναι το είδος του θεάτρου που απαιτεί μια αλήθεια τρομερή, θέλει να ιδρώσεις, να κοπιάσεις, να είσαι εύστροφος και να μεταδώσεις στον θεατή αυτή την τρέλα και αυτή την μαγεία του συγγραφέα. Όλα αυτά ήταν στοιχεία που με έκαναν να επιλέξω αυτό το έργο.»  

Η κληρονομιά του Θ. Τέχνης : «Τελείωσα την Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης το 1970 και ήμουν για 22 χρόνια δίπλα στον δάσκαλό μου έως ότου έφυγε από την ζωή , οπότε με έχρισε έναν από τους τρεις κληρονόμους του Θ. Τέχνης, μια κληρονομιά που δεν αποποιήθηκα ποτέ. Ήταν μια εμπειρία που σημάδεψε την ζωή μου, τον τρόπο σκέψης μου, το θέατρο που κάνω, την πορεία που πρέπει να έχω μέσα στο θέατρο και πορεύομαι μέσα από όσα έμαθα μέσα σε αυτή την σχολή. Τώρα πορεύομαι ως Γιώργος και με τις δικές μου σκέψεις.» 

Η αποχώρηση & Το Νεοελληνικό Θέατρο: « Θα ήθελα να είχα μείνει στο Θέατρο Τέχνης, να παλέψω κι εγώ αλλά νομίζω ο Κουν έκανε ένα λάθος: έχρισε τρεις κληρονόμους και από κει και πέρα θα έπρεπε να ήθελαν και οι άλλοι δυο να παραμείνω. Όταν οι άλλοι ήταν αρνητικοί τότε ο τρίτος θα πρέπει να βρει τρόπο να αποχωρήσει. Έτσι κι εγώ αποφάσισα πολύ γρήγορα , χωρίς να αποποιηθώ την κληρονομιά του Κουν να αποχωρήσω. Πιστεύω ότι σήμερα το Θέατρο Τέχνης έχει χάσει πλέον την αποστολή του. Εγώ προσπαθώ καταρχήν να μην κάνω ένα θέατρο κατ’ ανάμνηση αλλά ένα θέατρο ζωντανό, που να είναι μέσα στην εποχή του, με τις εξελίξεις, τους ήχους, τα χρώματα, την αισθητική της εποχής. Το ίδιο πιστεύω ότι θα έκανε και ο Κουν. Δυστυχώς οι άλλοι δυο κληρονόμοι προσπάθησαν να κάνουν ένα θέατρο κατ’ ανάμνηση του Κουν και αυτό ήταν ένα μεγάλο λάθος , απ’ όπου ίσως ξεκίνησε και μια άλλη πορεία του θεάτρου Τέχνης.»

Το μεγάλο Ναι και το μεγάλο Όχι! : «Μας έχουν δημιουργήσει πολλές ανάγκες σήμερα. Με αυτή την έννοια ο ηθοποιός πια έχει μπει στο παιχνίδι όπως όλοι μας. Κάνοντας μόνο θέατρο είναι η αλήθεια ότι δεν θα μπορέσει να ζήσει γι’ αυτό κάνει και ένα σωρό άλλα πράγματα. Είναι μια μικρή στενάχωρη και γοητευτική αγορά. Η αγορά του θεάματος στην Ελλάδα κρύβει μια μελαγχολία περίεργη. Τουλάχιστον όμως ας μη πληγώνουμε τόσο πολύ τους εαυτούς μας. Ας λέμε που και που το μεγάλο ναι και το μεγάλο όχι,.  Στο θέατρο όσο πιο γρήγορα επιλέξεις τι θέλεις να κάνεις, τόσο πιο ευτυχισμένος θα είσαι. Εγώ επέλεξα να κάνω ένα θέατρο που μου έμαθε  ο δάσκαλός μου, που μπορεί πολλές φορές να είναι δύσκολος αλλά τουλάχιστον μου φέρνει ισορροπία ψυχής. Αν και έχω αντιμετωπίσει πολλές φορές οικονομικές δυσκολίες είμαι πάντα οπαδός της αφαίρεσης και όχι  του πολλαπλασιασμού.»

Ο Κάρολος Κουν : «Δεν ξέρω αν η σημερινή γενιά θα μπορούσε να συνυπάρξει  μαζί με τον Κάρολο Κουν, γιατί τα πράγματα ήταν πάρα πολύ δύσκολα. Είχε πάρα  πολλές απαιτήσεις και πολύ επίπονες. Ήθελε τους ηθοποιούς από το πρωί μέχρι το βράδυ εκεί. Δεν σου επέτρεπε ούτε οικογένεια να κάνεις ούτε φίλους να έχεις. Έπρεπε να είσαι ταγμένος , όπως ένας πολύ πιστός και ηθικός καλόγερος. Ήταν θέμα αντοχής. Πολλοί δεν αντέχανε. Εμείς αντέξαμε είκοσι δυο χρόνια. Ήταν δύσκολα χρόνια και καμιά φορά αυτό που με πληγώνει είναι ότι πέρασα τόσα και τόσα , έμαθα τόσα πολλά και αυτή την στιγμή δεν μπορώ να μπω στο θέατρο που μεγάλωσα, στο θέατρο που σαν ιδέα με έχρισε κληρονόμο ο δάσκαλός μου.” 

Ο δάσκαλος Γ. Αρμένης : «Είμαι ακόμα πιο αυστηρός. Έχω πολλές απαιτήσεις αλλά τα παιδιά σήμερα βιάζονται και θέλουν πιο πολύ να γίνουν γνωστά. Γι αυτό τους εφιστώ την προσοχή , γιατί μοιάζουν με τις πεταλουδίτσες που μαζεύονται γύρω από το φως το καλοκαίρι κι στο τέλος καίγονται.»

Δέσποινα Ραμαντάνη

Εφημερίδα Metro, Παρασκευή 16 - Κυριακή 18/10/2009










ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΤΡΟ ΦΥΣΣΟΥΝ: "ΗΜΟΥΝ ΠΑΝΤΑ ΣΥΝΕΧΩΣ ΠΑΡΟΝ ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ!"


Η  ζωή του γεμάτη πάθη, όμως το μεγαλύτερο απ’ όλα ήταν και παραμένει το θέατρο. Κι εκείνο τον αντάμειψε πλουσιοπάροχα. Χορτασμένος από ρόλους, παραστάσεις, δόξα και χειροκρότημα, ο πρίγκιπας του ελληνικού θεάτρου, με τα γαλανά μάτια, την βραχνή φωνή, τα ευγενικά χαρακτηριστικά και το αστείρευτο ταλέντο που τον ανέδειξε σε πρωταγωνιστή μέσα σε μια νύχτα, κρατάει πάντα τις καλές στιγμές απ’ την ζωή του, δεν μετανιώνει που δεν έφυγε στο εξωτερικό, θυμάται με συγκίνηση την πρώτη του βραδιά στο θέατρο Τέχνης , κρατά λίγη πικρία για όσους προσπάθησαν να τον παραμερίσουν και μιλά με απογοήτευση για την σημερινή κατάσταση στο θέατρο. Η metro τον συνάντησε στο καμαρίνι του ανακαινισμένου θεάτρου Βρετάνια, όπου φέτος θα ερμηνεύει τον  ρόλο του δικηγόρου Αλφιέρι στο αριστούργημα του Άρθουρ Μίλερ «Ψηλά απ’ την Γέφυρα» με τον Γρ. Βαλτινό σε ρόλο σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΣΤΑΜΑΤΗ ΦΑΣΟΥΛΗ

«Θέλω να ξαναπαίξω το Κλουβί με τις Τρελές πιο πολύ από πέρσι!»

«Είναι η πρώτη φορά που ευχαριστιέμαι τόσο πολύ ένα ρόλο!»

Ποιός είναι στ’ αλήθεια ο Σταμάτης Φασουλής ; «Έλα μου ντε! Και εγώ απορώ. Μια ζωή προσπαθώ, τόσα χρόνια να το μάθω! Δεν μου το χει πει ποτέ , ούτε μου το έχει δείξει».  Για όλους εμάς πάντως είναι αναμφισβήτητα ο άνθρωπος που σε κάθε του θεατρικό βήμα αποδεικνύει ότι οι πραγματικοί δημιουργοί δεν υπογράφουν απλώς με το όνομά τους αλλά με το έργο τους!

«Άλλωστε αυτό που λες εσύ Σταμάτης Φασουλής κι εγώ το λέω εγώ, δεν το συνειδητοποίησα ποτέ. Δεν ξέρω. Δεν είχα ποτέ μου αίσθηση αυτής της πραγματικότητας. Εγώ μόλις τελειώσω το θέατρο δεν βγαίνω έξω. Πηγαίνω σπίτι, μαγειρεύω για τους φίλους μου, καθόμαστε και μετά συζητάμε, τρώμε όλοι μαζί, πίνουμε – ελαφρά – δηλαδή ένα δυο ποτήρια, δεν πίνω παραπάνω- κρασί εννοώ πάντα –μετά διαβάζω δυο τρεις ώρες και μετά κοιμάμαι.. Αυτά κάνω. Αλλά θέλω τους ανθρώπους που αγαπώ και κοινό τραπέζι. Αυτό μ’ αρέσει πάρα πολύ. Δεν βγαίνω έξω αλλά δεν τρώω και μόνος μου σαν το ρημάδι. Ούτε με ένα άτομο. Πάντα στρώνω τραπέζι για πάνω από τρία, τέσσερα άτομα. Και μαγειρεύω πάντα εγώ…» είναι τα πρώτα λόγια του ίδιου για τον Σταμάτη Φασουλή που δεν ξέρουμε, όταν η αυλαία πέφτει και τα φώτα της σκηνής σβήνουν.

«Αγαπώ πολύ το νεοελληνικό έργο»
Εμάς μας περιμένει ωστόσο ένα άλλο δείπνο … στης Ιοκάστης, το οποίο θα αρχίσει να σερβίρεται για δεύτερη συνεχή χρονιά στο θέατρο Δημήτρης Χορν:  «Είναι ένα έργο που μου αρέσει πάρα πολύ και πέρσι σημείωσε τρομερή επιτυχία. Είχε μια πληρότητα γύρω στο 90%. Αγαπώ πολύ το ελληνικό έργο και φροντίζω πάντοτε ότι κι αν ανεβάζω , να ανεβάζω παράλληλα και ένα ελληνικό έργο. Πιστεύω ότι χωρίς νεοελληνικό έργο το ελληνικό θέατρο δεν υπάρχει. Έχουμε ανάγκη από αυτό και όλοι τρώμε εξ’ αυτού. Από τότε που βγήκα στο θέατρο, στον ελληνικό λόγο ποντάραμε. Και με το ελεύθερο θέατρο και αργότερα, το 99 όταν άρχισα στο Βεάκη, όπου έβαλα για πρώτη φορά το νεοελληνικό έργο σε αυτό που λέμε mainstream

«Δεν έχω τελειώσει ακόμα με τον ρόλο της Ζάζα»
 «Πέρσι δεν το πολύ κατάλαβα το Κλουβί με τις Τρελές γιατί μέχρι να τελειώσει η αγωνία τέλειωσε και η παράσταση. Αν και είχαμε εκπληκτική πληρότητα, ήταν τόση πολύ η αδρεναλίνη που πραγματικά δεν καταλάβαινα τι γινότανε και τώρα το έχω επιθυμήσει. Θέλω να το ξαναπαίξω πιο πολύ από πέρσι. Είναι ένας ρόλος με τον οποίο νιώθω ότι δεν έχω τελειώσει ακόμα. Και νομίζω δεν θα τελειώσω και εύκολα γιατί όλο ανακαλύπτω πράγματα. Όλο θέλω να προσθέσω κάτι άλλο. Όλο κάτι θέλω να αλλάξω και το πιο σημαντικό : όλο κάτι θέλω να αφαιρέσω. Ξέρεις εκεί φαίνεται και το πόσο αγαπάς έναν ρόλο, ή πόσο τον προσέχεις. Όταν βγάζεις τα περιττά. Πάντως μου φαίνονται λίγες οι δεκαπέντε παραστάσεις. Θα θελα να το παίξω κι άλλο. Τόσα χρόνια στο θέατρο, να μην ευχαριστηθώ κι εγώ μια φορά στη ζωή μου; Συνήθως όταν έπαιζα κάτι έλεγα ουφ τέλειωσε , πάμε παρακάτω. Και πάντα ήθελα να ετοιμάσω κάτι καινούριο. Γιατί εγώ μετά από δέκα μέρες από την παράσταση αρχίζω και σκέφτομαι τι θα κάνω μετά. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που αισθάνθηκα τόσο ωραία στην ζωή μου μέσα σε ένα ρόλο. Ίσως επειδή το φοβόμουνα πάρα πολύ; Μπορεί κι αυτό. Στους άλλους ρόλους έκανα πως δεν καταλάβαινα και προχώραγα στα βαθιά. Εδώ ήξερα τι με περίμενε και τα  ‘χασα στην αρχή. Κι έπειτα όταν όλο αυτό το πράγμα άρχισε να μιλάει , έμεινα έκπληκτος!»

«Μια γλώσσα ψυχής»
« Η πρώτη επαφή μου με το βιβλίο του Ταχτσή «Το Τρίτο Στεφάνι» έγινε πολύ παλιά , το 1971. Ο Διαγόρας ο Χρονόπουλος και η Χριστίνα Αγριαντώνη  μου το έδωσαν. Ήταν πολιτικοί κρατούμενοι τότε και μου το έδωσαν για να περάσω την ώρα μου, αλλά με ένα χαμόγελο ότι … ξέρουμε πως εσένα θα σου αρέσει… Δεν ξέρω γιατί. Μετά κατάλαβα. Ενθουσιάστηκα από τότε. Δεν είχα συνηθίσει να διαβάζω την γλώσσα αυτή που άκουγα. Είχα συνηθίσει να διαβάζω γραπτά κείμενα. Αυτό ήταν ένα κείμενο ακουστικό. Σχεδόν σαν απομαγνητοφώνηση αλλά όχι απλά μιας γλώσσας. Μιας γλώσσας ψυχής. Ήταν τομή για μένα στη  ζωή μου αυτό το βιβλίο. Άρχισα να γράφω τα νούμερα με έναν διαφορετικό τρόπο, δηλαδή τότε άρχισα ουσιαστικά να γράφω, να βλέπω την γλώσσα αλλιώς, να βλέπω την ζωή αλλιώς και ακόμα και τα πολιτικά σχόλια να γίνονται με άλλο τρόπο από εκείνον που είχαμε μάθει. Ήθελα να το ανεβάσω από  τότε αλλά όλο κάτι συνέβαινε. Και δεν τολμούσα σχεδόν να  το πω. Τότε το ζητούσαν ο Αγγελόπουλος, ο Κακογιάννης για το σινεμά. Τι να ‘λεγα; Το ‘κρυβα. Μέχρι που ήρθε η ώρα του και τώρα μ’ αρέσει πάρα πολύ.»

Ο Σταμάτης Φασουλής, ο κ. Εμμανουήλ και ο Ροϊδης
«Θα θελα μετά από το  «Απόψε Τρώμε στης Ιοκάστης» να ανεβάσω ξανά ένα έργο του Άκη Δήμου και μάλιστα ένα που να το παίξω εγώ. Ακόμα δεν ξέρω τι. Εκείνο που ξέρω είναι ότι το Φλεβάρη θέλω να παίξω σε ένα μικρό θέατρο, 80 θέσεων το μονόπρακτο του Αντώνη Νικολή που είχα κάνει για την Πολιτιστική Ολυμπιάδα, «Ο κ. Εμμανουήλ και ο Ροϊδης».   

Δέσποινα Ραμαντάνη
Metro, Παρασκευή 25/09/09

Συνέντευξη με τον Andrew Quick των Ιmitating the Dog









Imitating the Dog:"Ιστορίες απ'το Μπαρ των Χαμένων Ψυχών!"


Ο μύθος λέει ότι υπάρχει ένα παράξενο ποτό που αν κανείς το πιεί την στιγμή που η τελευταία ακτίνα του ήλιου περάσει μέσα από το ποτήρι του, τότε η πιο βαθιά επιθυμία του θα μπορέσει να πάρει σάρκα και οστά! Το ερώτημα ωστόσο παραμένει. Είσαι έτοιμος να αντιμετωπίσεις αυτό που πραγματικά επιθυμείς; Μετά τις διθυραμβικές κριτικές που απέσπασε για το αντισυμβατικό έργο- σταθμό στην πορεία της “Kellerman” το 2008 , η βρετανική θεατρική ομάδα Imitating the Dog ενώνει αυτή τη φορά τις δυνάμεις της με το Εθνικό Θέατρο και τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου στο πλαίσιο του Creative Collaboration Project του Βρετανικού Συμβουλίου και μας ταξιδεύει στον πυρήνα της θεατρικής έκφρασης ανοίγοντας ένα παράθυρο σε ότι οι άνθρωποι αγαπούν και φοβούνται πιο πολύ στη ζωή τους : τις ίδιες τους τις επιθυμίες!


O Andrew Quick &amp & οι Imitating the Dog
Παίζοντας κρυφτό με τις λέξεις όπως και με τις εικόνες οι Imitating the Dog αποκαλύπτουν κάθε φορά ένα κόσμο ψευδαισθήσεων όπου όσα κανείς πιστεύει πως γνωρίζει είναι ακριβώς όσα δεν ξέρει πως αγνοεί. O αινιγματικός, γκροτέσκο κόσμος του Αμερικανού ζωγράφου Eric Fischl με τα ζωντανά χρώματα και τα έντονα κοντράστ ήταν εκείνος που ενέπνευσε αρχικά την ομάδα να υιοθετήσει το όνομα ενός από τους πίνακες του. “Πρόκειται για έναν πολύ ενδιαφέροντα πίνακα που απεικονίζει μια εκ πρώτης όψεως πολύ ρεαλιστική σκηνή , την οποία όμως κοιτάζοντας την κανείς πιο προσεκτικά παρατηρεί πόσο παράξενη είναι. Θεωρήσαμε ότι αυτή η αισθητική προσέγγιση ταίριαζε πολύ στην καλλιτεχνική ταυτότητα της ομάδας και στο αινιγματικό, απατηλό και ανατρεπτικό τρόπο που μας αρέσει να αφηγούμαστε ιστορίες.» μας λέει ο Andrew Quick ιδρυτικό μέλος των Imitating the dog από το 1998 και σκηνοθέτης – συγγραφέας της παράστασης «Ιστορίες από το Μπαρ των Χαμένων Ψυχών» που θα φιλοξενηθεί από τις 16-20 Σεπτεμβρίου στο Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας ενώ στην συνέχεια θα περιοδεύσει στην Λευκωσία και στην Μεγάλη Βρετανία.


Ο ίδιος γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1960, αλλά μεγάλωσε στο Μάντσεστερ. Πήρε την απόφαση να ασχοληθεί με το θέατρο όταν σε ηλικία 14-15 χρονών είδε για πρώτη φορά τον Σάμιουελ Μπέκετ να σκηνοθετεί το έργο του “Krapps Last Tape” καθώς και το «Τέλος του Παιχνιδιού» για έναν θίασο φυλακισμένων. Ακολούθησε σπουδές Λογοτεχνίας και Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του New Castle, όμως ασχολήθηκε πολύ με το θέατρο στο πλαίσιο των σπουδών του. Από το 1984-1989 ίδρυσε την πρώτη του θεατρική εταιρεία στο Leeds ενώ αργότερα επιστρέφει στο Πανεπιστήμιο για να ολοκληρώσει τις διδακτορικές του σπουδές. Το 1991 διορίζεται στο Πανεπιστήμιο του Lancaster ως λέκτορας και λίγα χρόνια αργότερα το 1998 ιδρύει μαζί με τους Seth Honor, Alice Booth, Simon Wainwright και Richard Malcom την πιο πρωτοποριακή ομάδα του σύγχρονου Βρετανικού θεάτρου.


Η καλλιτεχνική ταυτότητα της ομάδας
Αυτό που κάνει μια ιστορία ενδιαφέρουσα δεν είναι τόσο το περιεχόμενο όσο ο τρόπος αφήγησης. Εκεί εντοπίζεται και ο πυρήνας της καλλιτεχνικής ταυτότητας της ομάδας ο οποίος εμπλουτίζεται με την πρωτοποριακή χρήση των ψηφιακών μέσων , των σκηνικών δυνατοτήτων και της σωματικής έκφρασης δημιουργώντας αλλόκοτους κόσμους μέσα στους οποίους διερευνώνται τα όρια των κυρίαρχων ιδεών του έρωτα, του θανάτου και της σεξουαλικότητας. «Μας ενδιαφέρει πολύ ο κινηματογράφος και μάλιστα λέμε συχνά ότι θα μπορούσαμε να ήμασταν κινηματογραφιστές , όμως αντιμετωπίζουμε το θέατρο σαν ένα πεδίο πειραματισμού και εξερεύνησης των ομοιοτήτων και των διαφορών μεταξύ της αισθητικής του θεάτρου και του κινηματογράφου και του αποτελέσματος που μπορεί να προκύψει αν κανείς θελήσει να συνδυάσει αυτά τα δύο. Τα ψηφιακά μέσα και η κυριαρχία της κινηματογραφικής βιομηχανίας συνιστούν μια πολύ εύθραυστη κατάσταση για το θέατρο και αυτό είναι που μας παρακινεί να διερευνήσουμε τις δυνατότητες της θεατρικής έκφρασης και τις αιτίες για τις οποίες αντέχει στο χρόνο. Έτσι πολλά από τα έργα μας αφορούν την δημιουργία ενός πλαισίου μέσα στο οποίο η φιλμική έκφραση συναντά την θεατρική» Χρησιμοποιώντας μια οπτική γλώσσα και λαμβάνοντας υπόψη ότι ζούμε σε μια εποχή όπου όλα έχουν λίγο πολύ ειπωθεί οι Imitating the Dog αναζητούν ένα περιθώριο θεατρικής έκφρασης στη μίμηση διαμορφώνοντας μια νέα ισορροπία ανάμεσα στον κοινωνικό και οργανωμένο και στον αντικοινωνικό και ανοργάνωτο ρόλο του θεάτρου.


Η Ιστορία του Μπαρ των Χαμένων Ψυχών
Στο τέλος της ζωής του , ένας άνδρας ζητά από τον μοναδικό του φίλο να διορθώσει ένα λάθος που έκανε χρόνια πριν. Ο φίλος του δέχεται και ξεκινά ένα ταξίδι που τον πάει πίσω στο Μπαρ των Χαμένων Ψυχών, ένα μέρος που όπως λένε, οι πιο βαθιές επιθυμίες μπορούν να πάρουν σάρκα και οστά. Η μαγικά ρεαλιστική ιστορία του έργου διαδραματίζεται στην προκυμαία . Το μέρος μοιάζει με την ζωή. Αν τολμήσει κανείς να μπει θα πρέπει να έχει μάτια και πίσω . Είναι σίγουρα ένα επικίνδυνο όμως αν καταφέρει να επιβιώσει, δεν ξεχνά ποτέ την εμπειρία. Κάπως έτσι ξεκινά η ιστορία του έργου που εμπνέεται από το μωσαϊκό των ανθρώπων που συναντά κανείς κοντά σε λιμάνια και σιδηροδρομικούς σταθμούς θέλοντας να επισημάνει τα κοινά πολιτισμικά στοιχεία ανάμεσα στις χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης και στην Μεγάλη Βρετανία. Επί σκηνής δημιουργείται ένα τεράστιο παράθυρο με θέα στην «έκπληξη που προσφέρει πάντοτε η επιθυμία» και μέσω ενός ατμοσφαιρικού φωτισμού μεταμορφώνεται σε κινηματογραφική οθόνη μέσα από την οποία το κοινό παρακολουθεί ένα καρναβάλι αλύτρωτων χαρακτήρων που αποκαλύπτονται μέσα από ένα μακάβριο γαϊτανάκι αμαρτολών και λυτρωτικών ιστοριών αγάπης και μίσους, ζωής και θανάτου.
Δέσποινα Ραμαντάνη
Μetro Tρίτη 15-09-2009

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗΝ ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΤΑΓΚΟΥΛΗ

"Είμαι παιδί της μουσικής…"

«Τι γίνονται τα «είδωλα» όταν πέσουν ; Μήπως «Ευτυχισμένοι Πρίγκιπες»; Ο συνθέτης Χρήστος Θεοδώρου,  ο σκηνοθέτης Γρηγόρης Χατζάκης ενώνουν ξανά τις δυνάμεις τους για να παρουσιάσουν ένα πραγματικά ιδιαίτερο έργο με ηλεκτρονικό ήχο και pop art αισθητική τόσο σουρεαλιστικό όσο και βαθύτατα αληθινό. Βασισμένο στο πασίγνωστο παραμύθι «Ευτυχισμένος Πρίγκιπας» του Όσκαρ Ουάιλντ το χρυσοποίκιλτο άγαλμα της ιστορίας  ταξιδεύει στο σήμερα με όχημα την ευφάνταστη διασκευή του Χρήστου Κανελλόπουλου και μεταμορφώνεται σε έναν “Ευτυχισμένο Prince” , που από τις  4  έως τις 13 Σεπτεμβρίου πρόκειται να δεσπόζει , όχι «ψηλά πάνω από την πόλη…» αλλά στο επιβλητικό Αίθριο του Μουσείου Μπενάκη (Πειραιώς 138). Η Metro συνάντησε την νεαρή πρωταγωνίστρια του έργου και εκείνη μας έλυσε κάθε απορία γύρω από την παράσταση, τον ρόλο αλλά και τα πρώτα της βήματα

Είναι αλήθεια ότι οι ερμηνείες της τόσο στην παράσταση της Ελένης Γκασούκα «Φουρκέτα» τον περσινό χειμώνα όσο το καλοκαίρι στην πρώτη της συνεργασία στο έργο του Γρηγόρη Χατζάκη «Προς Κατεδάφιση» άφησαν στο κοινό τις καλύτερες εντυπώσεις που αποτυπώνονταν χαρακτηριστικά στην ερώτηση «Μα ποια είναι αυτή η κοπέλα;» Αν και ο ήχος της φωνής της παραπέμπει κατευθείαν στην κλασσική της εκπαίδευση ωστόσο δύσκολα μπορεί κανείς να φανταστεί την τεράστια πορεία και τις εξαιρετικές περγαμηνές της στο χώρο της μουσικής και του τραγουδιού. Πτυχιούχος του Τμήματος Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονία της Θεσσαλονίκης με εξειδίκευση στην μονωδία, Α Βραβείο μονωδίας με άριστα με τον καθηγητή Κων/νο Πασχάλη, Καλεσμένη της Βασιλικής Ακαδημίας του Λονδίνου (RADA) στην παράσταση Ιnstallation 496 σε στίχους και σκηνοθεσία Nona Sheppard, είναι λίγα μόνο από όσα έχει να διηγηθεί το πλούσιο τόσο σε σελίδες όσο και σε εμπειρίες βιογραφικό της.

Τα πρώτα βήματα

Η μουσική και το τραγούδι ήταν το όνειρό της γι’ αυτό και στα 12 της χρόνια ξεκίνησε σπουδές στην μουσική ενώ τρία χρόνια αργότερα άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα κλασικού τραγουδιού. Το 1999 και παράλληλα με τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο έρχεται η πρώτη της επαγγελματική συνεργασία ως ιδρυτικό μέλος της Ομάδας Ελληνικού Μουσικού Θεάτρου Σπείρα – Σπείρα.  «Οτιδήποτε έχει να κάνει με το θέατρο εκεί το έμαθα και ήταν πολύ μεγάλη σπουδή γιατί ασχολήθηκα πολύ με το μουσικό θέατρο και πήρα πάρα πολλά πράγματα. Πιστεύω ότι αυτό που είμαι σήμερα το οφείλω κατά πολύ στην ομάδα και στον Σταμάτη.» Μέχρι σήμερα έχει συμμετάσχει σε πάμπολλες παραστάσεις, οι περισσότερες από τις οποίες είναι με την ομάδα ενώ στο βιογραφικό της συγκαταλέγονται επίσης και πολλές δισκογραφικές συνεργασίες όπως το “Transformations” του Κωνσταντίνου Βήτα ενώ η πρώτη της αμιγώς θεατρική συνεργασία ήταν στην παράσταση Εγκλήματα & Εγκλήματα με τον Μινά Χατζησάββα και την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη.

Ο Prince

«Πρόκειται για ένα καθαρό μιούζικαλ από ην αρχή μέχρι το τέλος , ωστόσο η μουσική που έχει γράψει ο Χρήστος ο Θεοδώρου δεν βασίζεται στην μουσική του Prince, πως και εγώ δεν μιμούμαι τον Prince. Η αισθητική όμως της παράστασης και κυρίως η ενορχήστρωση των κομματιών αν και διατηρεί έναν ηλεκτρονικό ήχο παραπέμπει στα μουσικά ακούσματα της δεκαετίας του 80 και του συγκεκριμένου τραγουδιστή. Ο λόγος που δανειστήκαμε αυτό το είδωλο δεν ήταν για να το μιμηθούμε αλλά για να φέρουμε αυτή την ιστορία στο σήμερα και να την συνδέσουμε με την μοίρα των μουσικών κυρίως ειδώλων και την εφήμερη δόξα που πολλές φορές τα συνοδεύει. Όπως συνέβη και με τον Μάικλ Τζάκσον πριν τον θάνατό του αλλά με τον Prince. Γι’ αυτό κι εγώ υποδύομαι ουσιαστικά όχι το ίδιο το άγαλμα του Prince αλλά την ψυχή του αγάλματος, οπότε η όλη μου παρουσία θα είναι ουσιαστικά άφυλη γιατί και στο παραμύθι είναι έτσι. Το άγαλμα βεβαίως θα υπάρχει με την μορφή όμως ενός συμβόλου που θα παραπέμπει σε εκείνο του Prince, με το κεφάλι του αγάλματος να είναι μια οθόνη και η καρδιά του μια μικρότερη, μέσα στην οποία θα προβάλλεται αλλοιωμένη η εικόνα του Prince»


Μελλοντικά Σχέδια

Αν και σπούδασε κλασικό τραγούδι , τόσο το μουσικό της στιλ όσο και η εμφάνιση της αποκαλύπτουν της ρόκ επιρροές της.  Παρ’ όλα αυτά η ίδια δηλώνει ανοιχτή σε όλα τα είδη μουσικής ενώ όσο για το δίλλημα μουσική ή θεατρική σκηνή μας λέει «Βασικά με πετυχαίνεις σε μια φάση που θέλω να δώσω πολύ και στα live, τα οποία θα σκοπεύω επίσης να ξεκινήσω στο Αγγέλων Βήμα, αλλά και στο μουσικό θέατρο, οπότε για την ώρα θα ήθελα απλά να προσπαθήσω να ισορροπήσω και στα δυο είδη» Η πρόζα ωστόσο δεν την ενδιαφέρει σε καμία περίπτωση : «Είμαι παιδί της μουσικής και δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς το τραγούδι, οπότε όσο μπορώ και μέσω του θεάτρου να παντρεύω αυτά τα δυο έχει καλώς, γιατί αυτό είμαι εγώ. Δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο, όπως μόνο πρόζα.» Παράλληλα έχει κυκλοφορήσει ήδη την πρώτη της δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Άλφα» και ετοιμάζεται πυρετωδώς για την επόμενη…

Δέσποινα Ραμαντάνη

Εφημερίδα Metro, Παρασκευή 28 - Κυριακή 30-08-2009